Ειδικά στο θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο διαμελισμός της αλήθειας βολεύει μόνο εμμονικούς και κομματικούς στρατιώτες. Στην πραγματικότητα, ισχύουν και τα δύο που κυβέρνηση και αντιπολίτευση προσπαθούν να σπρώξουν η μία προς την πλευρά της άλλης. Η κυβέρνηση φέρει βαρύτατες ευθύνες για τη διασπάθιση του κοινοτικού χρήματος υπέρ της εκλογικής της πελατείας και δύσκολα μπορεί να φαντασθεί κανείς ότι ο πρωθυπουργός δεν είχε ιδέα για ό,τι συνέβαινε. Ειδικά στην Κρήτη! Αλλά εξίσου βαρύτατες ευθύνες φέρει το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Το ΠΑΣΟΚ που ενθάρρυνε την διαφθορά μίας κοινωνίας η οποία δήλωνε πρόθυμη να διαφθαρεί. Και η Αριστερά, στην σύσσωμη εκδοχή της, που υποστήριξε την λεηλασία, επενδύοντάς την με ιδεολογία -πράγμα στο οποίο είναι μανούλα. Όσα και να κλέψουν ο αγρότης που ζυγίζει βρεγμένο το βαμβάκι ή ο κτηνοτρόφος που βόσκει τα κοπάδια του σε μέρη που δεν έχει δει ούτε στον χάρτη, πάλι χαμένοι είναι γατί το μεγάλο κεφάλαιο τους τα παίρνει πίσω πολλαπλάσια. Η διαφάνεια στη διαχείριση των κονδυλίων ουδέποτε υπήρξε πολιτικό αίτημα γιατί ουδέποτε υπήρξε κοινωνικό. Ο «τρελός» που θα δώσει την εντύπωση ότι μπορεί να βάλει τάξη, θα εξαφανιστεί στις επόμενες εκλογές.
Το «μαζί τα φάγαμε» του Θεόδωρου Πάγκαλου υπήρξε μία τολμηρή φράση που μπορούσε να συμβάλει στην εθνική αυτογνωσία, σε μία περίοδο κατά την οποία οι πολιτικοί απατεώνες έστηναν καριέρες παριστάνοντας τους «προστάτες του λαού». Ας την απομονώσουμε από το γεγονός ότι σήμερα την χρησιμοποιεί η κυβερνητική προπαγάνδα για να πει τη δική της μισή αλήθεια. Υπήρξε η πιο λιγόλογη ακριβής περιγραφή του φαύλου κύκλου που κατηύθυνε επί δεκαετίες τη χώρα, τροφοδοτούμενος από δύο ομόρροπες δυνάμεις: Μία φαύλη κοινωνία που είχε πείσει τον εαυτό της ότι έχει μόνο δικαιώματα και όχι υποχρεώσεις. Και ένα εξίσου φαύλο πολιτικό σύστημα που έσπευδε να πει ότι οι κακομαθημένοι ακροατές του ήθελαν να ακούσουν. Στις συνθήκες υπό τις οποίες η φράση ειπώθηκε είχε μικρή απήχηση. Εκείνο τον καιρό γεννούσαν και τα κοκόρια του Τσίπρα και του Καμμένου και δύο στους τρεις Έλληνες -μετρημένοι στο δημοψήφισμα του 2015- ήταν πρόθυμοι να παίρνουμε δανεικά από τον Πούτιν αρκεί να μην κοβόταν οι πρόωρες συντάξεις. Αλλά δέκα χρόνια μετά και την γελοιοποίηση που επιφύλαξε η πραγματικότητα στην αντιμνημονιακή ρητορεία, η φράση θα μπορούσε να συνοψίσει την απόφαση μιας κοινωνίας να αλλάξει. Μάταια προσδοκία! Τίποτε δεν άλλαξε.
Μπορεί να μας θυμώνει η ανάμιξη πολιτικών γραφείων και κομματαρχών στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ αλλά μακάρι να ήταν αυτό το πρόβλημα. Θα ψηφίζαμε κάποιον καλύτερο και θα το έλυνε. Δυστυχώς, είναι βαθύτερο και άλυτο. Πάντα κάποιος υπάλληλος χρειάζεται να μετρά τα πρόβατα και κάποιος άλλος να ζυγίζει το βαμβάκι. Όπως κάποτε, στην εποχή των «αναπτυξιακών νόμων», κάποιοι έλεγχαν τα φουσκωμένα τιμολόγια και οι επενδυτές αποκτούσαν περιουσίες χωρίς να βάζουν δραχμή από την τσέπη τους. Σε αυτό το σχήμα ελάχιστα μπορούν να διορθωθούν, εκτός εάν αντικαταστήσουμε τον πληθυσμό με Γιαπωνέζους. Όσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μοιράζει επιδοτήσεις και οι ελληνικές κυβερνήσεις επιδόματα και επιστρεπτέες προκαταβολές -με άλλα λόγια όσο περισσότερο δημόσιο χρήμα θα σκορπίζεται για ευγενείς και λιγότερο ευγενείς σκοπούς- τόσο θα πολλαπλασιάζονται οι αεριτζήδες. Στην Ελλάδα βιώνουμε τις συνέπειες δεκαετιών επιδοματικής πολιτικής. Τα επιχειρηματικά αντανακλαστικά έχουν περιέλθει σε νάρκη, όλοι κάποιο πρόγραμμα ΕΣΠΑ κυνηγούν, λεφτά από την τσέπη δεν βάζει κανένας. Μία άλλη, παράλληλη κοινωνία, έχει ξέρει τα επιδόματα απ’ έξω κι ανακατωτά, θεωρεί λογικό να ζει με το χέρι απλωμένο, ζητάει περισσότερα. Η κυβέρνηση ούτε μπορεί ούτε θέλει να αλλάξει το πλαίσιο. Μπαλώματα κάνει, για την επικοινωνία και πλατφόρμες που ψηφιοποιούν την γραφειοκρατία, αφήνοντάς την άθικτη. Και τι λέει γι’ αυτά η αντιπολίτευση; Ψάχνει πού στην εμπορική αμαξοστοιχία είχαν κρύψει τις δεξαμενές με το τολουόλιο!
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 06.07.2025