Πρωινός καφές με τον τριαθλητή Χρήστο Γαρέφη (βίντεο)
Η συνάντησή μας έγινε στο καφενείο του Ποσειδωνίου. Εκεί κοντά γεννήθηκε, εκεί ο πατέρας του διέγνωσε την ικανότητά του στην προπονητική και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα
Στην κουβέντα μας θυμήθηκε τα παλιά, όταν «αξημέρωτα πήγαινε στο χωράφι, την ορφάνια που έζησε από 14 ετών, την αδελφή του που είναι άτομο με ειδικές ανάγκες και την πρόσφατη περιπέτεια της υγείας του, όταν διαγνώστηκε με καρκίνο
Πολλές εκπλήξεις από το παρελθόν επιφύλασσε ο πρωινός καφές με τον Θόδωρο Καράογλου. Σε ένα μαγαζί εμβληματικό για τη Θεσσαλονίκη, όπως είναι το «Ολύμπιον», που του αρέσει πολύ.
Έκπληξη Νο 1: ο σημερινός βουλευτής της ΝΔ έχει κάνει ως φοιτητής και μπάρμαν, στο επίσης εμβληματικό για τη Θεσσαλονίκη, «Sante» του εξαδέλφου του, «Κίκη» αλλά και στη Μύκονο.
Έκπληξη Νο 2: έχει ντυθεί και κομπάρσος σε θέατρο όταν και έπαιξε στην Επίδαυρο.
Έκπληξη Νο 3: μικρός ήθελε να γίνει αρχιτέκτονας και όχι λογιστής.
Στην κουβέντα μας θυμήθηκε τα παλιά, όταν «αξημέρωτα πήγαινε στο χωράφι, όπως όλες οι οικογένειες στο Ζαγκλιβέρι», αλλά και τις δύσκολες στιγμές της ζωής του. Όπως την ορφάνια που έζησε όταν έχασε τη μητέρα σε ηλικία μόλις 14 ετών, την μικρότερη αδελφή του, που είναι άτομο με ειδικές ανάγκες και την οποία φροντίζει με στοργή, αλλά και την πρόσφατη σοβαρή περιπέτεια της υγείας του, όταν διαγνώστηκε με καρκίνο.
«Ό,τι και να λέγεται, ο καρκίνος έχει πολλή μοναξιά. Όμως ο καρκίνος δεν καθορίζει ποιοι είμαστε, γιατί εμείς αποφασίζουμε πως θα του επιτεθούμε».
Τέλος δεν κρύβει την απόφασή του να μιλήσει ανοιχτά «για την πρόθεσή μου να είμαι υποψήφιος Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας το 2028», που είναι όπως λέει «αποτέλεσμα ώριμης σκέψης».
Υπάρχει πρωινός καφές στη ζωή σας;
Περισσότερο ως συνήθεια. Για να ξεκινήσει καλά η ημέρα, που λένε (γελάει). Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ανήκω σε εκείνους που αν δεν πιούν καφέ δεν ανοίγει το μάτι τους (γελάει). Γι’ αυτό τον πρώτο τον πίνω πάντα στο γραφείο.
Πότε τον πίνετε και τι είδους καφέ προτιμάτε; -Τον ίδιο χειμώνα καλοκαίρι;
Ξεκινώ με διπλό ελληνικό σκέτο και στη συνέχεια της ημέρας, ανάλογα με την εποχή, προσαρμόζομαι. Για παράδειγμα, από την 1η Οκτωβρίου έως την 31η Μαρτίου ο δεύτερος καφές είναι καπουτσίνο σκέτος με κανέλα, ενώ από την 1η Απριλίου έως την 30η Σεπτεμβρίου προτιμώ φρέντο εσπρέσο σκέτο. Τώρα αν χρειαστεί τρίτος καφές, επιλέγω ένα εσπρεσάκι.
Πάμε λίγο στα παλιά: γεννημένος στο Ζαγκλιβέρι. Ποια εικόνα σας έρχεται στο μυαλό από εκείνα τα χρόνια;
Η οικογένεια. Το δέσιμο μας, το καθημερινό μεσημεριανό τραπέζι, το «μαζί» που φύλαξα στην καρδιά και την ψυχή μου γιατί, δυστυχώς, δεν το χαρήκαμε ως οικογένεια πολλά χρόνια λόγω της ασθένειας της μητέρας μου που οδήγησε στην απώλεια της.
Πόσο σας επηρέασε αυτό;
Διαμόρφωσε τον χαρακτήρα μου. Αυτή η «πληγή» δεν έκλεισε ποτέ και δεν θα κλείσει όσα χρόνια κι αν περάσουν. Τη χάσαμε νωρίς. Είχε όγκο στον εγκέφαλο και ήταν μόλις 43 χρόνων. Νοσηλεύτηκε, χειρουργήθηκε, όμως μετά την αφαίρεσή του όγκου έμεινε παράλυτη για δυο χρόνια και ύστερα «έφυγε». Ήμουν 14 ετών όταν ορφάνεψα.
Οι γονείς σας με τι ασχολούνταν;
Κυρίως με τη γεωργία. Αγρότες ήταν και καμαρώνω για αυτό. Αξημέρωτα πήγαιναν στο χωράφι, όπως όλες οι οικογένειες στο Ζαγκλιβέρι και στη συνέχεια στο μικρό μπακάλικο που διατηρούσε ο πατέρας μου.
Αδέλφια;
Έχω μια μικρότερη αδελφή, την Όλγα. Είναι άτομο με ειδικές ανάγκες. Ζει μόνιμα στο Ζαγκλιβέρι και φροντίζω να μην της λείπει τίποτα όπως υποσχέθηκα στους γονείς μου ότι θα κάνω.
Το οικογενειακό τραπέζι την Κυριακή το μεσημέρι τι περιλάμβανε;
Ό,τι μας προσέφερε η γη και το μικρό μπακάλικο του πατέρα μου. Η μαμά μου ήταν καλή μαγείρισσα και ό,τι και αν έβαζε στην κατσαρόλα ή στο ταψί γινόταν πεντανόστιμο.
Από μικρός καλός μπαλαδόρος, έτσι; Στον Απόλλωνα Ζαγκλιβερίου. Τι θέση παίζατε;
Δεν ήμουν καλός ποδοσφαιριστής. Ήμουν, όμως, παθιασμένος με το άθλημα και ακόμα είμαι, δηλαδή (γελάει). Έπαιζα δεξί μπακ, αλλά δεν θα με περιέγραφες ούτε ως «βιρτουόζο» της μπάλας, ούτε ως «βράχο» στην άμυνα. Ωστόσο έπαιζα με πάθος και πείσμα, στοιχεία που μου επέτρεψαν να σταθώ σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Αν ήμουν σκάουτερ, πάντως, στον Ηρακλή δεν θα με πρότεινα (γελάει).
Γιατί επιλέξατε να σπουδάσετε Διοίκηση Επιχειρήσεων; Θέλατε από μικρός να γίνεται φοροτέχνης-λογιστής;
Αρχιτέκτονας ήθελα να γίνω. Αυτή ήταν η πρώτη επιλογή μου, καθώς ζωγράφιζα και συνεχίζω να ζωγραφίζω εξαιρετικά, ταλέντο που το έχουν σήμερα και τα δυο παιδιά μου, ο Γιώργος και η Βανέσσα. Όμως για να περάσω στη σχολή των Αρχιτεκτόνων έπρεπε να κάνω φροντιστήριο, κάτι που δεν μπόρεσα λόγω της ασθένειας της μητέρας μου. Έτσι προσαρμόστηκα και πέρασα στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Αρχικά το σκεπτικό μου ήταν ότι παράλληλα με τα μαθήματα στο πανεπιστήμιο θα έκανα φροντιστήριο στο σχέδιο για να δώσω ξανά εξετάσεις την επόμενη χρονιά. Έλα, όμως, που η ΔΑΠ και η πολιτική μου πήραν τα μυαλά και τα σχέδια παρέμειναν σχέδια. Ίσως, βέβαια, αυτό να μου βγήκε σε καλό γιατί εμένα μου αρέσουν τα τετράγωνα κτήρια, που τα θεωρώ πρακτικά και λειτουργικά και δεν θα μπορούσα να συμβαδίσω με τα σύγχρονα σχέδια. Ακόμα και τώρα που ο γιος μου ο Γιώργος ασχολείται με την οικοδομική δραστηριότητα, όταν μου δείχνει το σχέδιο των κατοικιών που κατασκευάζει του λέω «τράβα μια ίσια γραμμή βρε παιδί μου. Πολύ μοντέρνα τα κάνετε σήμερα στα σπίτια (γελάει).
Πώς ήταν η φοιτητική ζωή εδώ;
Καλή. Σε αυτό βοήθησε η ομαλή μετάβαση από τη ζωή στο Ζαγκλιβέρι στην καθημερινότητα της Θεσσαλονίκης. Ήμουν και τυχερός γιατί ως φοιτητής έκανα αδέλφια μιας ζωής, όπως ο Νίκος Φώτος, ο Κώστας Ταγγίρης, ο Δημήτρης Πανοζάχος, ο μακαρίτης ο Κώστας Μόσχος, ο Σταύρος Καλαϊτζίδης και πολλούς άλλους.
Δαπίτης από νωρίς. Σε μια εποχή που δεν ήταν και πολύ της μόδας. Πως το βιώσατε;
Ήμουν δακτυλοδεικτούμενος. Εκείνα τα χρόνια το να είσαι ΔΑΠίτης ήταν δύσκολο. Περνούσαμε και δύσκολα καθώς παλεύαμε για να αναδειχθούμε τρίτη δύναμη στα πανεπιστήμια και να γράψουμε ένα ποσοστό της τάξης του 10%. Εκείνα τα χρόνια ήταν και άγρια, με πολλή ξύλο μεταξύ των φοιτητικών παρατάξεων. Πηγαίναμε για αφισοκολλήσεις και καταλήγαμε σε συμπλοκές σώμα με σώμα. Έχω μάλιστα και ένα παράσημο, πάνω από το αριστερό μάτι μου, όταν με χτύπησαν με καδρόνι σε μια τέτοια φασαρία. Επειδή, όμως, δεν μασάω από αυτά συνέχιζα πιο αποφασιστικά. Βοήθησε και το γεγονός ότι ως μαθητής ήμουν οργανωμένος στη ΜΑΚΙ., τη Μαθητική Ανεξάρτητη Κίνηση της Νέας Δημοκρατίας και από μικρός έμαθα να μην κάνω ποτέ πίσω.
Πού μένατε στη Θεσσαλονίκη; Θυμάστε τα φοιτητικά στέκια της εποχής;
Με γυρίζεις πολλά χρόνια πίσω. Το πρώτο φοιτητικό σπίτι μου βρισκόταν στην διασταύρωση της Τριανδρίας για να έχω θέα το Καυτατζόγλειο. Από εκεί μετακόμισα πιο πέρα στην οδό Ευρυπίδου 6 και μετά στην Άνω Πόλη, στην οδό Κόδρου 4. Όσο για στέκια, σύχναζα στο καφέ «Εσπερίδες» στην Τριανδρία και σε μια ταβέρνα στην οδό Δαγκλή, στον Διόνυσο, και συγκεκριμένα στην «υπόγα» του Διόνυσου. Που και που περνούσα και από το «Ματζέστικ», ένα μαγαζί που άλλα παιδιά από την παρέα μαζευόντουσαν για να παίξουν χαρτιά, μόνο και μόνο για να απολαύσω το κέρασμα από τους χαμένους.
Διατελέσατε και μπάρμαν στο θρυλικό «Sante». Τι θυμάστε από εκείνη την εποχή;
Το Sante το άνοιξε το 1970 ο ξάδελφος μου ο Κίκης, έτσι είναι γνωστός στη Θεσσαλονίκη. Το χειμώνα δούλευα εκεί ως μπάρμαν και το καλοκαίρι συνέχιζα στο μαγαζί του στη Μύκονο. Παράλληλα, επειδή έπρεπε να βγάλω περισσότερα χρήματα για να ζήσω, έκανα δυο χρονιές θέατρο ως βουβός πρωταγωνιστής (γελάει)
Δηλαδή;
Προέκυψε μια προκήρυξη του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος που ζητούσε κομπάρσους, φιγκιράν δηλαδή, όπως μας έλεγε ο Ευαγγελάτος. Πήγα στην οντισιόν και με επέλεξαν. Πρωτοέπαιξα στην «Αντιγόνη», το 1980. Παίξαμε και στην Επίδαυρο. Μετά βρέθηκα στην «Τόσκα» του Πουτσίνι όπου συμμετείχα στον Χορό. Ύστερα έπαιξα σε μια μεγάλη επιτυχία του θεάτρου εκείνη την περίοδο, την «Όπερα της Πεντάρας», του Μπρεχτ, σε σκηνοθεσία Νίκου Κούνδουρου, με πρωταγωνιστές τη Βέρα Κρούσκα, τον Γιώργο Λέφα και τον Τάσο Παλαντζίδη. Ήταν μαζί μου και ο Κώστας Αποστολίδης, ο μετέπειτα γνωστός ηθοποιός.
Ενδιαφέρουσα αυτή η πτυχή σας. Και άγνωστη. Επίσης Ηρακληδέας από κούνια. Γιατί;
Φυσική εξέλιξη των πραγμάτων αν αναλογιστείς ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων στο Ζαγκλιβέρι ήταν Ηρακλής. Άλλωστε, το χωριό μου, έβγαλε και πολλούς ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν και διακρίθηκαν στην ομάδα. Θυμίζω τους αείμνηστους Βασίλη Παπαθανασίου και τον Γιώργο Δαφνοπατίδη, τον Γιώργο Πεσιρίδη, τους νεότερους Μάκη Σεντελίδη και τον επίσης αείμνηστο Νίκο Ποντίκη, όπως και πρόσφατα ο Παναγιώτης Λαγός, γιο συμμαθητή μου, που από τον Ηρακλή πήρε μετεγγραφή στην ΑΕΚ.
Πως αισθάνεστε όταν σας αποκαλούν «Γριά»;
Δεν ιδρώνει το αυτί μου. Χαλαρά, γιατί δέχομαι τον χαβαλέ (γελάει).
Και πως αισθανόσασταν όταν σας αποκαλούσαν ως φοιτητή της Βιομηχανικής της Θεσσαλονίκης, αλλά και ως ΟΝΝΕΔίτη «βιομηχάνο»; Χωρίς να είστε βιομήχανος…
Οι «βιομήχανοι» ήταν τάση στην ΟΝΝΕΔ που κέρδιζε τις εσωπαραταξιακές μάχες. Ήμασταν οι πιο δυνατοί στην πολιτική. Όλα παιδιά «ψημένα», από λαϊκές οικογένειες, που δεν μασούσαμε μπροστά σε τίποτα και σε κανέναν. Πάντα μπροστάρηδες στον αγώνα. Η άλλη τάση ήταν παιδιά από τις λεγόμενες «καλές οικογένειες» και τους κερδίζαμε σε όλες τις διαδικασίες.
Το 1986 εκλέγεστε κοινοτάρχης Ζαγκλιβερίου και επανεκλέγεστε το 1990: τι πήρατε από εκείνες τις δύο θητείες;
Εκεί έμαθα τι σημαίνει να βλέπεις την εξέλιξη ενός έργου από την υπογραφή μέχρι την ολοκλήρωση και παράδοση του. Άσκησα διοίκηση και ερωτεύτηκα παράφορα την τοπική αυτοδιοίκηση γιατί ζυμώνεσαι καθημερινά με τους πολίτες. Ήταν 8 δημιουργικά και παραγωγικά χρόνια, καθώς κάθε ημέρα έπρεπε να στύψω το κεφάλι μου για να παράγω ιδέες, να βελτιώνω την καθημερινότητα των συγχωριανών μου, να φέρνω ευρωπαϊκά προγράμματα που θα άφηναν προίκα σε όλη την κοινότητα.
Στη συνέχεια νομαρχιακός σύμβουλος Θεσσαλονίκης της αντιπολίτευσης με επικεφαλής τον Παναγιώτη Δένστορα και στη συνέχεια τον Χρήστο Κοσκινά και τον Παναγιώτη Ψωμιάδη. Καλοί αυτοδιοικητικοί δάσκαλοι, σωστά;
Σωστά. Μάλιστα όταν ήμουν υποψήφιος νομαρχιακός σύμβουλος με τον συνδυασμό του Παναγιώτη Ψωμιάδη εκλέχθηκα πρώτος σε σταυρούς κάνοντας ρεκόρ ψήφων. Τότε έπρεπε να αναλάβω καθήκοντα Επάρχου Λαγκαδά, κάτι που τελικά δεν συνέβη γιατί στη συνέχεια πολιτεύτηκα για πρώτη φορά με τη ΝΔ στη δεύτερη εκλογική περιφέρεια.
Το 2004 για πρώτη φορά βουλευτής και από τότε επανεκλέγεστε συνεχώς. Ένα συν και ένα πλην όλης αυτής της περιόδου ποιο ήταν;
Στα συν η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και εκτίμησης με τους φίλους που όλα αυτά τα χρόνια μου προσφέρουν την ψήφο και την αγάπη τους. Τους είμαι υπόχρεος γιατί όσα έχω πετύχει στην πολιτική τα έπραξα με την δική τους υποστήριξη. Στα πλην είναι οι αμέτρητες ώρες που έχασα από την οικογένεια και ιδίως από τα παιδιά μου λόγω των πολλών υποχρεώσεων που είχα σε καθημερινή βάση.
Και η εποχή των μνημονίων δεν ήταν εύκολη.
Καθόλου εύκολη, γιατί κάποιοι φρόντισαν εκείνα τα χρόνια να πυροδοτήσουν το κλίμα στην κοινωνία και να επενδύσουν την πολιτική τους ύπαρξη και επιβίωση στη διχόνοια και στον αλληλοσπαραγμό. Δεν είναι τυχαίο ότι τώρα, που η χώρα «τρέχει» προς τα εμπρός, τα ποσοστά τους βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση. Ιδίως στην Αθήνα, όπου πάντα κινούμαι μόνος και χρησιμοποιώ τα μέσα μαζικής μεταφοράς, έπρεπε να είχες σκληρό στομάχι για να αντέξεις τα όσα άκουγες -συνήθως- πίσω από την πλάτη σου όταν περπατούσες στον δρόμο και σε αναγνώριζαν ότι είσαι βουλευτής.
Είμαστε πια στο 2025 και η κυβέρνηση της ΝΔ βρίσκεται στη μέση της δεύτερης θητείας της και σε μια δύσκολη καμπή. Τι πρέπει να κάνει μέχρι τις εκλογές, έτσι ώστε να διεκδικήσει ξανά μια τρίτη θητεία και την αυτοδυναμία;
Όπως έχω πει, να επιστρέψει στις εργοστασιακές ρυθμίσεις. Εφόσον υπουργοί και υφυπουργοί κάνουν καλά τη δουλειά τους, η τρίτη αυτοδύναμη θητεία δεν χάνεται!
Την ίδια στιγμή ακούγονται και νέα υπό ίδρυση κόμματα είτε από τον Αλέξη Τσίπρα είπε από τον Αντώνη Σαμαρά. Πως τα βλέπετε;
Για τον Αλέξη Τσίπρα είναι προφανές ότι ζει το παραμΙθάκη του (γελάει). Πρώτη φορά βλέπω άνθρωπο να παραιτείται από Βουλευτής για να επιστρέψει στην ενεργό πολιτική. Καιροσκόπος ήταν, καιροσκόπος παραμένει. Όσον αφορά τον Αντώνη Σαμαρά, δεν θέλω να τον δω να πορεύεται πολιτικά έξω από τη Νέα Δημοκρατία.
Θα λέγατε ΝΑΙ στην επαναπροσέγγιση της ΝΔ με τον πρώην πρωθυπουργό;
Προφανώς. Η κυβέρνηση και συνολικά η Νέα Δημοκρατία χρειάζεται όλες τις δυνάμεις της ενεργές και σε εγρήγορση. Ειδικότερα εκείνες με ιστορική διαδρομή και αποδεδειγμένη προσφορά στην παράταξη και στην πατρίδα. Στην προσπάθεια που καταβάλλουμε για την ανασύνταξη της χώρας δεν περισσεύει κανείς. Επιπρόσθετα εκτιμώ ότι η αξιοποίηση πολιτικών κεφαλαίων με εμπειρία και κύρος μπορεί να λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά, τόσο στο εσωτερικό της παράταξης όσο και στην κοινωνία.
Εσείς θα είστε υποψήφιος στις επόμενες εθνικές εκλογές;
Υπομονή, τις αποφάσεις μου θα τις ακούσετε τον Μάρτιο του 2026.
Μένω στο ίδιο: Είναι δεδομένη η απόφασή σας να διεκδικήσετε τη θέση του περιφερειάρχη κεντρικής Μακεδονίας στις εκλογές του 2028;
Είμαι ειλικρινής, αποφασιστικός και έχω εκφράσει δημόσια την επιθυμία μου, όπως και την αγάπη μου, για την τοπική αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού. Η απόφαση να μιλήσω ανοιχτά για την πρόθεσή μου να είμαι υποψήφιος Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας το 2028 είναι αποτέλεσμα ώριμης σκέψης. Είμαι έτοιμος να συνεχίσω να προσφέρω από όποιο μετερίζι με στηρίξουν οι συμπολίτες μου.
Ακόμα και ως «αντάρτης» ή χωρίς τη στήριξη της ΝΔ;
Τι θα πει αντάρτης; Ιδεολογικά δεν έχω καλή σχέση με αυτήν την ορολογία. Ήμουν, είμαι και θα είμαι Νέα Δημοκρατία. Όσον αφορά τα χρίσματα, τα δίνει η κοινωνία. Κάποτε στο παρελθόν, είχαν μεγάλη αξία και σημασία. Τώρα, όχι. Σε ό,τι με αφορά προφανώς θα επιδιώξω και θα ήθελα στήριξη από όλα τα δημοκρατικά κόμματα.
Μια πολύ δύσκολη προσωπική στιγμή ήταν σίγουρα η διάγνωση για τον καρκίνο. Πως την βιώσατε;
Δύσκολα, γιατί ότι και να λέγεται ο καρκίνος έχει πολλή μοναξιά.
Τι αισθανθήκατε όταν το ακούσατε για πρώτη φορά;
Φόβο. Η φωνή του γιατρού ακουγόταν από το βάθος και ένιωθα ότι άνοιξε η γη να με καταπιεί. Ουδέποτε έκρυψα ότι το πρώτο πράγμα που μονολόγησα εκείνη τη στιγμή ήταν «τελείωσες».
Πόσο σάς άλλαξε το γεγονός;
Προσέχω την υγεία μου, κάνω προληπτικές εξετάσεις και έβαλα τη γυμναστική στην καθημερινότητά μου. Μικρά βήματα μεν, μεγάλα για εμένα.
Τι μήνυμα θα δίνατε με την ευκαιρία;
Θα έλεγα ότι ο καρκίνος δεν καθορίζει ποιοι είμαστε, γιατί εμείς αποφασίζουμε πως θα του επιτεθούμε. Η συμβουλή μου είναι ότι πρέπει να του απαντούμε με ελπίδα και με πίστη στη ζωή. Είμαι το ζωντανό παράδειγμα αυτής της προσέγγισης. Προφανώς δεν είναι εύκολη η μάχη, αλλά η θέληση να συνεχίσουμε είναι το ισχυρότερο φάρμακο.
Πάμε στον ιδιώτη Θόδωρο Καράογλου: παντρεμένος με την επίσης εφοριακό Γιώτα Μαντανίκα. Εδώ και πόσα χρόνια;
Από τις 27 Μαΐου του 1989. Ημερομηνίες δεν ξεχνώ. Πόσο μάλλον εκείνη του γάμου. Η Γιώτα ξεχνάει, γι’ αυτό την τσεκάρω συχνά-πυκνά (γελάει).
Η γνωριμία πως έγινε;
Ήταν πολιτικό καμάκι (γελάει). Οκτώβριο του 1982, σου είπα δεν ξεχνάω ημερομηνίες, εκείνη πρωτοετής φοιτήτρια στη Βιομηχανική και εγώ στο πτυχίο, υπεύθυνος της ΔΑΠ στη σχολή. Ήταν μικρούλα, ξανθούλα, με γαλανά μάτια, μου άρεσε και τα φτιάξαμε.
Δύσκολο ματς ο γάμος;
Εύκολο, αρκεί να λες «ναι, μωρό μου» και να θυμάσαι ότι η σύζυγος είναι ο λαιμός που γυρνά το κεφάλι στο ανθρώπινο σώμα. Μιλά η εμπειρία 43 χρόνων (γελάει).
Και δύο παιδιά: τι ηλικία έχουν και με τι ασχολούνται;
Ο Γιώργος είναι ο μεγάλος, 34 χρόνων και ασχολείται με τον κατασκευαστικό κλάδο. Η Βανέσσα είναι η μικρότερη και μένω σε αυτό για την ηλικία για να μην έχω γκρίνια. Εργάζεται στο Λονδίνο στον σχεδιασμό υπηρεσιών.
Θα μπορούσε ο Γιώργος Καράογλου να βαδίσει στα χνάρια του Θόδωρου Καράογλου και να μπει στην πολιτική;
Έχει όλα τα προσόντα, αλλά προηγείται η οικογένεια και η επαγγελματική αποκατάσταση. Έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου να το επαναλαμβάνω διαρκώς. Δεν υπάρχει βιασύνη, ούτε όμως πιστεύω στο κληρονομικό δικαίωμα.
Είστε και σταθερά ζωόφιλος: πάντα με ένα σκυλί.
Τον Άρυα. Έτσι ονομάζεται το σκυλάκι μας. Της Βανέσσας ήταν αρχικά, αλλά το υιοθετήσαμε. Ενίοτε φιλοξενούμε και τον γάτο του Γιώργου, τον shortbread.
Αγαπημένο τραγούδι σας είναι το «Πόσο πολύ σε αγάπησα», σωστά;
Ναι, είναι το τραγούδι που χόρεψα με την Βανέσσα στον γάμο της και αυτό που αφιερώνω πάντα στην Γιώτα.
Με τι χαλαρώνετε; Ακούω ότι διαβάζετε πολλά αστυνομικά μυθιστορήματα. Παίρνετε ιδέες για την πολιτική;
Και ιστορικά μυθιστορήματα διαβάζω, αλλά τα αστυνομικά είναι πιο ατμοσφαιρικά. Είναι για τις λεγόμενες «μικρές ώρες».
Μότο ζωής ποιο είναι;
Μην αφήνεις για αύριο ότι μπορείς να τελειώσεις σήμερα. Η μόνιμη διαφωνία μου με την Γιώτα και η μόνιμη επωδός σε παιδιά, συνεργάτες, φίλους και γνωστούς. Έχω αλλεργία στην αναβλητικότητα.
Για το τέλος η ερώτηση με το μαγικό ραβδί: αν το είχατε τι θα αλλάζατε στην ελληνική πολιτική σκηνή που δεν αλλάζει εύκολα;
Νομίζω ότι αυτά που λείπουν από την πολιτική είναι το φιλότιμο, η συνέπεια, η αλήθεια. Είναι κάτι σπάνιο γενικότερα στην πολιτική να τα συναντάς αυτά. Εγώ για λόγους αρχής από την πρώτη στιγμή που ασχολούμαι με τα κοινά έχω προσπαθήσει να τα φυλώ ως κόρη οφθαλμό. Είμαι περήφανος γιατί θεωρώ ότι τα κατάφερα. Γι’ αυτό και μπορώ και κοιτώ κατάματα τους συμπολίτες μου μετά από τόσα χρόνια -που είναι πάρα πολλά- ενασχόλησης με τα κοινά. Και βέβαια αυτό είναι κάτι που δεν το αλλάζω με τίποτα.
Η συνάντησή μας έγινε στο καφενείο του Ποσειδωνίου. Εκεί κοντά γεννήθηκε, εκεί ο πατέρας του διέγνωσε την ικανότητά του στην προπονητική και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα
Η συζήτηση έγινε στο καφέ «Beyond the Wall» κοντά στο Δικαστικό Μέγαρο. Ξεκινήσαμε από την Κομοτηνή, και φτάσαμε στον Λέοναρντ Κοέν, τη Θεσσαλονίκη και τα προβλήματα των δικηγόρων
Μια μακρινή και για πολλούς άγνωστη Ελλάδα μεταφέρει στον σημερινό «πρωινό καφέ» ο Αγάπιος Σαχίνης. Θυμάται την παρ’ ολίγον αποβολή του από το νυκτερινό σχολείο, γιατί δεν άντεχε τα Θρησκευτικά και μιλά για τη σημερινή «εποχή των τεράτων».
Η συζήτηση μαζί του ξεκίνησε από τις αναμνήσεις του από το πατρικό του στο Δημητρίτσι Σερρών και το γυμνάσιο στη Νιγρίτα, και τις θύμησες από την περίφημη Βιομηχανική Θεσσαλονίκης, κι έφτασε μέχρι το σήμερα