Οι καθυστερήσεις και οι παλινωδίες φουντώνουν την καχυποψία για τα Τέμπη. Της Σοφίας Χριστοφορίδου

Μέχρι πριν από μερικές ημέρες η κυβερνητική γραμμή ήταν δεν παρεμβαίνουμε στις αποφάσεις της δικαιοσύνης, αλλά ξαφνικά υποδεικνύει ότι «πρέπει το αίτημα να γίνει δεκτό»

Δυόμισι και πλέον χρόνια μετά το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη και ακόμη τον πρώτο λόγο έχει η επικοινωνιακή διαχείριση της υπόθεσης, με βάση το πολιτικό κόστος και τις δημοσκοπήσεις. Αυτή ήταν η προσέγγιση εξ αρχής. Γι' αυτό έγινε το μπάζωμα στον τόπο του δυστυχήματος, χάθηκαν στοιχεία και σκορπίστηκαν τα υπολείμματα των ανθρώπινων μελών σε μάντρες και αλάνες. Για να μην παίζουν στα κανάλια οι εικόνες του δυστυχήματος μέχρι τις εκλογές. Tότε η διάκριση των εξουσιών πήγε περίπατο και για ένα θέμα που είχε την αποκλειστική ευθύνη η Δικαιοσύνη, δηλαδή τον αποκλεισμό του χώρου και τη συλλογή στοιχείων, τις αποφάσεις πήραν άλλοι... Το τι έγινε εκείνη τη βραδιά και τις επόμενες ημέρες ούτε οι ίδιοι οι συγγενείς δεν το αντιλήφθηκαν, πολλώ δε μάλλον όλοι οι υπόλοιποι. Ακολούθησαν οι εκλογές του 2023 και το αποτέλεσμα «σαρανταένα τα 'κατό» χρησιμοποιήθηκε λες και ήταν ετυμηγορία δικαστηρίου.

Από την ανάκριση γινόταν φανερό όχι μόνο πόσο τσαπατσούλικα λειτουργούσε ο σιδηρόδρομος, αλλά και πόσο η έλλειψη στοιχείων συσκότιζε την υπόθεση. Στοιχεία που είτε είχαν χαθεί εξαρχής, είτε δεν ζητήθηκαν εγκαίρως και είχαν σβηστεί, είτε ήταν ελλιπή και γι' αυτό δεν ήταν εύκολο να βρεθούν απαντήσεις. Μία πτυχή αυτού του προβλήματος είναι οι εξετάσεις που έγιναν στα δείγματα βιολογικού υλικού των θυμάτων. Μετά την ταυτοποίηση, τα δείγματα πετάχτηκαν άρον-άρον και τα αιτήματα για εκταφή και τοξικολογικές απορρίφθηκαν όλα. Βρισκόμαστε 2,5 χρόνια μετά να κάνει ένας πατέρας απεργία πείνας για να μάθει από τι πέθανε το παιδί του. Όλα αυτά θα είχαν αποφευχθεί αν οι εξετάσεις είχαν γίνει εγκαίρως. Τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να δώσουν στοιχεία και να επιβεβαιώσουν ή όχι τη «θεωρία του ξυλολίου» και είτε να στρέψουν τις έρευνες σε αυτή την κατεύθυνση είτε να απαλλάξουν τη δημόσια συζήτηση από τόνους τοξικότητας και καχυποψίας.

Η κυβέρνηση τόσο καιρό παρέπεμπε στη διάκριση των εξουσιών και ότι την απόφαση για την εκταφή ή μη θα τη λάβει η δικαιοσύνη. Στο μεταξύ κυβερνητικά τρολς άρχισαν να λοιδορούν τον απεργό πείνας (ξεχνώντας προφανώς την πρωθυπουργική γραμμή περί σεβασμού στους συγγενείς θυμάτων), ενώ στελέχη της κυβέρνησης είτε αμφισβητούσαν την προσπάθεια του χαροκαμένου γονιού, είτε τα κίνητρά του. Όποιος στήριζε το αίτημα για εκταφή... δεν ήθελε να αρχίσει η δίκη. Μέχρι που τοποθετήθηκε ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, υπέρ του αιτήματος του Πάνου Ρούτσι.

Η εικόνα του απεργού πείνας στο Σύνταγμα και το ενδεχόμενο μίας σοβαρής βλάβης στην υγεία του δημιουργούσε πίεση στην κυβέρνηση, που αποτυπώθηκε στις δημοσκοπήσεις. Η τελευταία, της εταιρείας qed social and market research έδειξε ότι σε ποσοστό 84%, οι πολίτες στηρίζουν το αίτημα των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών για εκταφή. Στη συνέχεια άρχισαν να διαφοροποιούνται κορυφαίοι υπουργοί και βουλευτές -ο Νίκος Δένδιας, ο Κώστας Κυρανάκης, ο Δημήτρης Μαρκόπουλος (ο ίδιος που ως ο πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής που δεν επέτρεψε να οδηγηθεί ο Κώστας Καραμανλής στη Δικαιοσύνη για τη σύμβαση 717), ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, για να φτάσει ακόμα και ο Άδωνις Γεωργιάδης να χαρακτηρίσει απολύτως νόμιμο και ηθικό αίτημα του Π. Ρούτσι για τοξικολογικές εξετάσεις. «Πρέπει το αίτημα του κυρίου Ρούτσι να γίνει δεκτό, να γίνουν οι τοξικολογικές εξετάσεις στα οστά και ό,τι άλλο θέλουν οι γονείς για να μην τους μείνει καμία αμφιβολία, αλλά να μην καθυστερήσει η δίκη» δήλωσε. Μέχρι πριν από μερικές ημέρες η κυβερνητική γραμμή ήταν δεν παρεμβαίνουμε στις αποφάσεις της δικαιοσύνης, αλλά ξαφνικά υποδεικνύει ότι «πρέπει το αίτημα να γίνει δεκτό». Πάει περίπατο και η μη παρέμβαση στα της δικαιοσύνης, αν αυτό περισώζει την εικόνα της κυβέρνησης.

Την... κατάλληλη στιγμή η δικαιοσύνη, που κατά το παρελθόν είχε απορρίψει κατ' επανάληψη τα αιτήματα συγγενών για εκταφή των παιδιών τους, και που ακόμα και μετά την απεργία πείνας του κ. Ρούτσι δεχόταν να γίνει εκταφή μόνο για έλεγχο DNA, αίφνης έκανε δεκτό και το αίτημα για τοξικολογικές εξετάσεις. Μάλιστα η Εισαγγελία πήγε ένα βήμα, δηλώνοντας μπορούν να υποβάλλουν για εκταφή και τοξικολογικές όσοι από τους συγγενείς το επιθυμούν. Άρα προς τι τόση καθυστέρηση και τόσες υπεκφυγές; Αν η δικαιοσύνη θέλει να διερευνηθούν τα πάντα γιατί τόσο καιρό αρνούνταν αυτό τον έλεγχο; Γιατί να μην ικανοποιηθεί εξαρχής το πρώτο πρώτο αίτημα, που κατατέθηκε πριν από έναν χρόνο; Οι καθυστερήσεις μόνο την καχυποψία ενισχύουν. Και η μέχρι σήμερα διαχείριση της υπόθεσης «έχει δώσει δικαιώματα» για να φουντώσει η αμφισβήτηση, η καχυποψία, ακόμα και οι θεωρίες συνωμοσίας.

Όσο για την κυβέρνηση δυστυχώς για άλλη μία φορά άφησε την υπόθεση να φτάσει στο μη παρέκει, και μετρώντας τις επικοινωνιακές ζημίες, να αλλάξει στάση. Όπως είπε και ο πρωθυπουργός «αυτό που έμοιαζε τότε απίθανο σενάριο μπορεί να είναι πιθανό».