
Μία ακόμα τουριστική σεζόν είναι σε εξέλιξη και η εικόνα που εμφανίζουν οι περισσότερες τουριστικές περιοχές της χώρας είναι ότι θα έχουμε μία σεζόν μαζικών αφίξεων αλλά χαμηλής απόδοσης. Η μαζικότητα των αφίξεων σημαίνει μεγάλο αριθμό τουριστών και φέτος. Η χαμηλή απόδοση σημαίνει ότι όσοι έρχονται καταναλώνουν όλο και λιγότερο με αντίκτυπο τόσο στα καταστήματα όσο και στο τελικό ΑΕΠ της χώρας. Γιατί άραγε να έχουμε φθηνούς τουρίστες, δηλαδή τουρίστες που δεν καταναλώνουν; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα διαφέρει ανάλογα με την τουριστική περιοχή.
Στη Χαλκιδική π.χ. το γεγονός ότι οι περισσότεροι τουρίστες προέρχονται από τα Βαλκάνια δίνει την απάντηση. Οι Βαλκάνιοι έρχονται με μικρά γενικά εισοδήματα πλην των ελίτ και ξοδεύουν λίγα, διότι δεν έχουν. Έτσι εξηγείται το ότι τους βλέπεις στη Χαλκιδική στα μπαλκόνια των ενοικιαζόμενων δωματίων να πίνουν μπύρες και όχι στα μπαράκια και στις ταβέρνες. Πολλοί απ’ αυτούς έρχονται με γεμάτα τα αυτοκίνητά τους με πράγματα από τις χώρες τους και δεν θα ήταν υπερβολή να γράψω ότι δεν αφήνουν χρήματα ούτε για αγορά εμφιαλωμένων νερών! Σε κάθε περίπτωση, όμως, μία κοινή και καθολική αιτία του φαινομένου της χαμηλής απόδοσης του τουρισμού είναι ότι πλέον είμαστε μία ακριβή χώρα και σε επίπεδο ξενοδοχειακό και ενοικιαζόμενων δωματίων και σε επίπεδο διατροφής και εστίασης.
Η ακρίβεια αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και πλέον και των τουριστών που επιλέγουν Ελλάδα για τις διακοπές τους. Εκτός από την ακρίβεια ένα άλλο πρόβλημα είναι οι παρεχόμενες υπηρεσίες. Οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στον τουρισμό πρέπει να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη επενδύσεων που θα κάνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες πιο ελκυστικές για τους τουρίστες. Η περίοδος των παχιών αγελάδων έχει τελειώσει παντού και αυτό αφορά και τις τουριστικές επιχειρήσεις. Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι να περάσουμε σε έναν ποιοτικό τουρισμό υψηλής απόδοσης και για τους επαγγελματίες του κλάδου αλλά και για την ίδια τη χώρα.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 20.07.2025