Διανομή ακινήτων και διαμεσολάβηση: λύσεις με συναίνεση, όχι με σύγκρουση

Η διανομή ακινήτων αποτελεί μία από τις πιο σύνθετες και συχνές αιτίες αντιδικίας ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων. Είτε πρόκειται για κληρονόμους που καλούνται να μοιραστούν οικογενειακά ακίνητα, είτε για συγκυρίους που επιθυμούν να λύσουν την κοινωνία ακινήτου, η διαδικασία της διανομής ενέχει πολλές φορές εντάσεις, δυσπιστία και συναισθηματικό φορτίο. Η προσφυγή στη δικαστική οδό επιτείνει το ρήγμα στις σχέσεις μεταξύ των μερών και οδηγεί σε χρονοβόρες, δαπανηρές και ψυχοφθόρες διαδικασίες.

Σε αυτό το πλαίσιο, η διαμεσολάβηση αναδεικνύεται σε μία ιδανική μέθοδο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που σχετίζονται με τη διανομή ακινήτων. Πρόκειται για εμπιστευτική και δομημένη νομική διαδικασία, κατά την οποία τα μέρη, με τη συνδρομή ουδέτερου και πιστοποιημένου διαμεσολαβητή, επιχειρούν να καταλήξουν σε κοινά αποδεκτή λύση. Η παρουσία των πληρεξούσιων δικηγόρων εξασφαλίζει την προστασία των δικαιωμάτων κάθε πλευράς και τη νομική πληρότητα της συμφωνίας.

Οι διαφορές αυτές δεν είναι μόνο νομικές -είναι συχνά βαθιά προσωπικές. Τα ακίνητα που διανέμονται μπορεί να είναι οικογενειακές κατοικίες, πατρική γη, ή ακίνητα με συμβολικό φορτίο. Η διαμεσολάβηση προσφέρει έναν χώρο όπου τα μέρη μπορούν να εκφράσουν όχι μόνο τις απαιτήσεις τους, αλλά και τις ανάγκες, τα συναισθήματα και τους πρακτικούς προβληματισμούς τους, χωρίς την επιβολή απόφασης από τρίτο πρόσωπο. Μέσα από αυτόν τον διάλογο, διαμορφώνονται ευέλικτες και ρεαλιστικές λύσεις: π.χ. αντισταθμίσεις σε χρήμα ή σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, από κοινού χρήση, αποτίμηση ή πώληση του ακινήτου με συμφωνία στον τρόπο διανομής του τιμήματος.

Επιπλέον, η διαδικασία μπορεί να υποστηριχθεί από εκτιμητές, μηχανικούς ή συμβολαιογράφους, ώστε να διασφαλιστεί ακρίβεια ως προς την αποτίμηση, τη δυνατότητα φυσικής διανομής ή τις απαιτούμενες τροποποιήσεις. Το αποτέλεσμα είναι μια συμφωνία που δεν παράγεται από δικαστική απόφαση, αλλά από συναίνεση των μερών, με πλήρη νομική ισχύ και δυνατότητα δικαστικής επικύρωσης (άρθρο 8 Ν. 4640/2019).

Η εμπιστευτικότητα της διαδικασίας επιτρέπει έναν ειλικρινή διάλογο, προστατεύοντας τις προσωπικές σχέσεις και την ιδιωτικότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι η διαμεσολάβηση συνιστάται πλέον ολοένα και συχνότερα σε κληρονομικές ή οικογενειακές εμπράγματες διαφορές, καθώς συμβάλλει στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Σε μία εποχή όπου οι οικογενειακές και οικονομικές συνθήκες απαιτούν ευελιξία και αποφόρτιση των δικαστηρίων, η διαμεσολάβηση προσφέρει λύσεις με ταχύτητα, ασφάλεια δικαίου και σεβασμό στις ανθρώπινες σχέσεις. Γιατί τελικά, μία δίκαιη διανομή δεν χρειάζεται να περνά μέσα από τη ρήξη, αλλά μπορεί να οικοδομηθεί μέσα από τον διάλογο.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 01.06.2025