Ποινικές Ευθύνες Ελεγκτών: Χρηματοοικονομικές Καταστάσεις

Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με την (ειδική) ποινική ευθύνη των μελών του ΔΣ. Ασχοληθήκαμε με την ποινική ευθύνη για χρηματοικονομικές καταστάσεις & εκθέσεις˙ επίσης με την ποινική ευθύνη σχετικά με τα κέρδη & τις μετοχές. Ποινικές ευθύνες έχουν, όμως, και οι ελεγκτές της. Η πρώτη, σχετική, περίπτωση αφορά την, από μέρους των ελεγκτών, θεώρηση χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν καταρτιστεί παράνομα. Περί αυτής, το παρόν.

Εισαγωγικά

Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της Εταιρείας συντάσσονται από το ΔΣ. Η σύνταξή τους πρέπει να λαμβάνει χώρα σύμφωνα με τις θεμελιώδεις γενικές αρχές που προβλέπει η σχετική νομοθεσία. Για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας του περιεχομένου τους (των χρηματοοικονομικών καταστάσεων), την αλήθεια και τη σαφήνειά τους, προβλέπεται για τις μεγαλύτερες -κατά βάση- σε μέγεθος ΑΕ, η διενέργεια τακτικού ελέγχου από αρμόδια πρόσωπα.

Ο έλεγχος της ΑΕ

Τακτικός ή Υποχρεωτικός Έλεγχος

Οι περιπτώσεις διενέργειας υποχρεωτικού ελέγχου είναι όσες ο νόμος προσδιορίζει ως τέτοιες. Δεν αποκλείεται, πάντως, και η υπαγωγή στη διαδικασία του ελέγχου με καταστατική ρύθμιση ή απόφαση ΓΣ (:προαιρετικός τακτικός έλεγχος).

Όσον αφορά τον τακτικό (και υποχρεωτικό από τον νόμο) έλεγχο, κριτήριο για την υποχρεωτικότητά του αποτελεί, κυρίως, το μέγεθος της ΑΕ (πολύ μικρή, μικρή, μεσαία και μεγάλη οντότητα). Σε υποχρεωτικό έλεγχο υπάγονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των ΑΕ που χαρακτηρίζονται ως μεσαίες και μεγάλες οντότητες. Επίσης, οι ενοποιημένες καταστάσεις των «μεγάλων» ομίλων. Επιπλέον, στον υποχρεωτικό τακτικό έλεγχο υπάγονται -ανεξαρτήτως μεγέθους- οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων (και οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις των ομίλων) που χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος/συμφέροντος. Στο υποκειμενικό πεδίο του τακτικού ελέγχου υπάγονται και άλλες ειδικές κατηγορίες οντοτήτων με διατάξεις ειδικής νομοθεσίας.

Τακτικοί Ελεγκτές

Εκείνος που διενεργεί τον τακτικό έλεγχο είναι ο τακτικός ελεγκτής της Εταιρείας. Ο τακτικός έλεγχος ετήσιων και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων διενεργείται από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία..

Οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές ή οι ελεγκτικές εταιρείες παρουσιάζουν τα αποτελέσματα του υποχρεωτικού τους ελέγχου με την έκθεση ελέγχου.

Το Αδίκημα Της Θεώρησης Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων Που Καταρτίσθηκαν Παράνομα

Ο νομοθέτης αξιολογώντας τη σημασία του τακτικού ελέγχου έλαβε προστατευτικά μέτρα ποινικοποιώντας την πλημμελή εκπλήρωση των ελεγκτικών καθηκόντων.

Προστατευόμενο Έννομο Αγαθό

Η αξιοπιστία των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι αλληλένδετη με τη λειτουργία της ΑΕ και την εμπιστοσύνη του κοινού προς εκείνη. Η ορθή διαχειριστική τάξη αποτελεί και το προστατευόμενο έννομο αγαθό της διάταξης.

Αντικειμενική υπόσταση

Υποκείμενο

Ο νόμος ποινικοποιεί τις πράξεις ή παραλείψεις των ελεγκτών στο σύνολό τους. Υποκείμενο του αδικήματος εν προκειμένω μπορεί να είναι μόνον ο τακτικός ελεγκτής της ΑΕ. Χωρίς τη συγκεκριμένη ιδιότητα δεν υφίσταται άδικη πράξη. Στην περίπτωση που η διενέργεια του ελέγχου έλαβε χώρα από ελεγκτική εταιρεία, αυτουργός του αδικήματος είναι ο ορκωτός ελεγκτής λογιστής, που υπογράφει την έκθεση ελέγχου.

Υλικό αντικείμενο

Η διάταξη κάνει λόγο εκ παραδρομής για οικονομικές καταστάσεις. Η ορθή διατύπωση είναι οι (ατομικές ή ενοποιημένες) «χρηματοοικονομικές καταστάσεις». Δεν περιλαμβάνονται, κατά την ορθότερη άποψη, οι ενδιάμεσες καταστάσεις.

Αξιόποινη Συμπεριφορά

Ο τακτικός έλεγχος που λαμβάνει χώρα μπορεί να είναι είτε υποχρεωτικός είτε προαιρετικός. Και στις δύο περιπτώσεις κατά τη διενέργειά τους οι ελεγκτές οφείλουν να ευθυγραμμίζονται με όσα ο νόμος ορίζει.

Η αξιόποινη συμπεριφορά του δράστη εντοπίζεται, στην προκειμένη περίπτωση, εν στη θεώρηση χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οι οποίες έχουν καταρτισθεί κατά παράβαση των διατάξεων του νόμου ως προς το περιεχόμενό τους. Στην περίπτωση που οι ελεγκτές διαπιστώσουν παρατυπίες κατά την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων οφείλουν να διατυπώσουν επιφυλάξεις ή να αναφέρουν τα ζητήματα επί των οποίων απαιτείται η προσοχή των χρηστών. Το αδίκημα τελείται με τη διατύπωση θετικής γνώμης επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, μολονότι σε αυτές εντοπίζονται σημαντικές παραβιάσεις της νομοθεσίας. Σημειώνεται πως οι παραβιάσεις αυτές θα πρέπει να έχουν αντίκτυπο στην αλήθεια και τη σαφήνεια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Δεν απαιτείται η πρόκληση βλάβης ή παραπλάνησης. Αρκεί η πράξη έκφρασης θετικής γνώμης ή η παράλειψη των ελεγκτών να διατυπώσουν (μολονότι θα όφειλαν) επιφυλάξεις ή να κάνουν αναφορές σε συγκεκριμένα, σημαντικά, ζητήματα.

Υποκειμενική Υπόσταση

Το αδίκημα προϋποθέτει γνώση του ελεγκτή για την παράνομη κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Η γνώση πρέπει να αφορά τα πραγματικά περιστατικά της παραβίασης της λογιστικής νομοθεσίας.

Συρροή

Το αδίκημα είναι δυνατό να συρρέει με το αδίκημα της απάτης, της καταδολίευσης δανειστών και της απατηλής πρόκλησης βλάβης. Η συρροή θα είναι αληθινή, πραγματική με δυνατότητα επιβολής συνολικής ποινής.

Νομολογιακά έχει κριθεί ότι ο ελεγκτής της ΑΕ φέρει την ιδιότητα του «υπαλλήλου», όπως αυτή λογίζεται κατά τον νόμο. Αποτέλεσμα της εν λόγω παραδοχής αποτελεί η νομολογιακά κριθείσα συρροή του εν λόγω αδικήματος με το έγκλημα της ψευδούς βεβαίωσης.

Συμμετοχή

Ως γνήσιο ιδιαίτερο αδίκημα τυχόν συμμετοχή προσώπου χωρίς την ιδιότητα του ελεγκτή θα εξεταστεί υπό το πρίσμα των σχετικών διατάξεων του ΠΚ, με δυνατότητα επιβολής μειωμένης ποινής.

Ποινική Κύρωση

Το συγκεκριμένο αδίκημα είναι πλημμέλημα και τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας ή/και χρηματική ποινή. Ειδικότερα, προβλέπεται φυλάκιση από δέκα (10) ημέρες έως τρία (3) έτη ή/και χρηματική ποινή από 10.000€ έως 100.000€.

Δικονομικά Ζητήματα

Το συγκεκριμένο αδίκημα διώκεται αυτεπαγγέλτως. Αρμόδιο καθ’ ύλην είναι το Μονομελές Πλημμελειοδικείο. Καθώς με τις εν λόγω διατάξεις δεν προστατεύεται άμεσα η εταιρική περιουσία ή η περιουσία των μετόχων ή των εταιρικών δανειστών, δεν είναι δυνατή η υποβολή δήλωσης προς υποστήριξη της κατηγορίας από τα εν λόγω πρόσωπα. Ούτε, επίσης, και η παράσταση πολιτικής αγωγής.

Η σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων αποτελεί ευθύνη του ΔΣ της ΑΕ. Κάποιες φορές υποχρεωτικά (αλλά και κάποιες κατ’ επιλογή των ίδιων των ΑΕ) ζητείται από ορκωτό ελεγκτή ή ελεγκτική εταιρεία η πιστοποίηση της ακρίβειάς τους. Ενδεχόμενη πλημμελής εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης των τακτικών ελεγκτών γεννά σημαντικές ευθύνες. Μεταξύ αυτών και ποινικές. Συναντάμε, όχι σπάνια, περιπτώσεις όπου ο επιχειρηματίας προσπαθεί να συνδιαλλαγεί με τον τακτικό ελεγκτή για την πιστοποίηση ανακριβών χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Απαιτείται, πάντοτε, ιδιαίτερη προσοχή-για όλους τους εμπλεκόμενους. Κι όσον αφορά, ειδικότερα, την ευθύνη των ελεγκτών θα συναντήσουμε ποινικές ευθύνες και σε άλλες αρμοδιότητές τους. Ενδεικτικά: στην παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας αλλά και της ακρίβειας των εκθέσεων βιωσιμότητας. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.

Σημ.1: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

Σημ. 2: Σε πλήρη μορφή το άρθρο Ποινικές Ευθύνες Ελεγκτών Επί Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων