Ορισμένες αλήθειες για την εργασία στην Ελλάδα

Του Χάρη Κυπριανίδη, Προέδρου Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Θεσσαλονίκης

Αν κάποιος που δεν γνωρίζει τι συμβαίνει στην Ελλάδα άκουγε τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και της αρμόδιας υπουργού Εργασίας, Νίκης Κεραμέως για την αγορά εργασίας θα είχε την αίσθηση ότι η χώρα μας είναι... εργασιακός παράδεισος.

Κι όμως η πραγματικότητα και κυρίως η καθημερινότητα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα έρχεται να διαψεύσει όλα αυτά που η κυβέρνηση θεωρεί «επιτυχία». Όπως για παράδειγμα τις διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού από το 2019 ή την μείωση της ανεργίας. Ακόμα και οι πολιτικές για εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας όπως διατείνονται εκείνοι που κυβερνούν, έχουν άλλη ανάγνωση από τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Οι εκπρόσωποι του εργατικού κινήματος δεν είμαστε μηδενιστές, όπως αρέσκονται να μας «χρεώνουν» όσοι μας κυβερνούν. Αλλά δεν μπορούμε να μην πούμε την αλήθεια. Πως η σημερινή κυβέρνηση είναι εκείνη που έβγαλε ξανά στους δρόμους για να διαδηλώσουν, μετά από πολλά χρόνια, μαζικά τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους φοιτητές, τους ανέργους. Όλες τις κοινωνικές ομάδες που ασφυκτιούν, που δεν μπορούν να βγάλουν τον μήνα, που πνίγονται από το κύμα της ακρίβειας, που παθαίνουν ηλεκτροσόκ από τους λογαριασμούς του ρεύματος, που πριν τελειώσει η τρίτη εβδομάδα του μήνα βλέπουν τον μισθό τους να έχει τελειώσει.

Το έχουμε επισημάνει πολλές φορές και θα το λέμε μέχρι να εισακουστούμε. Ευπρόσδεκτες οι όποιες αυξήσεις του κατώτατου μισθού, αλλά οι αυξήσεις αυτές για να έχουν πραγματικό αντίκρισμα και να μην ροκανίζονται πριν φτάσουν στους εργαζόμενες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων, των υπηρεσιών και του κόστους στέγασης. Εκσυγχρονισμός και ρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν γίνεται επίσης με το κράτος σε ρόλο «πατερούλη» που αποφασίζει τις όποιες αυξήσεις και αρνείται την επαναφορά του κοινωνικού διαλόγου, τις διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και ΓΣΕΕ για την υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας. Αυτό είναι εξάλλου και το βασικό αίτημα του κόσμου της μισθωτής εργασίας τα τελευταία χρόνια: αυξήσεις μισθών με επαναφορά ΣΣΕ για να αντιμετωπιστεί το «τσουνάμι» της ακρίβειας που στο πέρασμά του δεν θα αφήσει τίποτα όρθιο, ακόμα κι ό,τι σώθηκε από την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων.

Σε ό,τι αφορά την ανεργία επίσης η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η πραγματική ανεργία είναι αυξημένη σε σχέση με τους αριθμούς που ανακοινώνει η ΕΛΣΤΑΤ και επικαλείται η κυβέρνηση. Το έχουμε επισημάνει πολλές φορές πως σε αυτές τις μετρήσεις λογίζονται ως «εργαζόμενοι» ακόμα κι εκείνοι που εργάζονται μια ή δυο ημέρες την εβδομάδα. Υπάρχουν περιοχές στην Κεντρική Μακεδονία με ποσοστά ανεργίας πολλαπλάσια από εκείνα της ΕΛΣΤΑΤ. Μια σειρά παραγόντων και η διαχρονική αδιαφορία της κεντρικής διοίκησης να δώσει λύσεις στα προβλήματα που δημιουργήθηκαν μας έχει οδηγήσει στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Αρχικά, η αποβιομηχάνιση της Βόρειας Ελλάδας στα τέλη της δεκαετίας του 1990 που έφερε οικονομικές εξελίξεις. Στη συνέχεια η μετεγκατάσταση επιχειρήσεων με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το Κιλκίς ή τις Σέρρες την περίοδο της οικονομικής κρίσης έφερε νέα λουκέτα και νέες απολύσεις. Σε συνδυασμό με την απουσία έργων υποδομής, έργων απαραίτητων για τον εκσυγχρονισμό της Βόρειας Ελλάδας, την συγκέντρωση μεγάλων εταιριών στην πρωτεύουσα, την απουσία ενός σχεδίου για την προσέλκυση επενδύσεων στρατηγικής σημασίας στην περιοχή που θα δημιουργήσουν νέες και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας και την ανάληψη πρωτοβουλιών και εφαρμογή πολιτικών για ενίσχυση περιοχών που γειτνιάζουν με χώρες των Βαλκανίων με φθηνά προϊόντα, καύσιμα κ.α. είναι ορισμένοι από τους λόγους που έφεραν την σημερινή κατάσταση, που οδήγησαν σε σημαντικές ανισότητες όχι μόνο σε διαφορετικές περιφέρειες αλλά ακόμα και στις ίδιες περιφέρειες της χώρας.

Ο εκσυγχρονισμός της αγοράς εργασίας, ώστε η Ελλάδα να αποτελέσει ξανά πόλο έλξης και να επιτευχθεί το brain gain δεν γίνεται με τη θέσπιση του 13ωρου. Γίνεται με βούληση και στοχευμένη πολιτική. Με πραγματικές αυξήσεις των εργαζομένων, με ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών, με πρόστιμα, με αντιμετώπιση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, με κίνητρα, με ενίσχυση της ασφάλειας και της υγείας των χώρων εργασίας.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Μακεδονία της Κυριακής" στις 27.08.2025

Loader