
Υπάρχουν δυο ειδών επιχειρηματίες τους οποίους απεχθάνομαι και για τους οποίους θεωρώ ότι αποτελούν τροχοπέδη για να κάνει ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση η χώρα μας.
Πρώτο είδος, οι «βδέλλες» του δημοσίου ταμείου. Είναι τα λεγόμενα λαμόγια που κάνουν μπίζνες με το κράτος, που στήνουν διαγωνισμούς προμήθειας προϊόντων ή υπηρεσιών στο δημόσιο και τους παίρνουν, που λαδώνουν από πολιτικούς προϊσταμένους μέχρι υπηρεσιακούς, που επηρεάζουν δραστικά τις επιτροπές παραλαβής υφαρπάζοντας τις υπογραφές. Τους βλέπεις να χαριεντίζονται με πολιτικούς και δημοσιογράφους, να κερνάνε τους κρίσιμους θύλακες των δημόσιων προμηθειών, να το παίζουν κολλητοί και χορηγοί υπουργών, να μετακινούνται ταχύτατα και ξεδιάντροπα από έναν πόλο εξουσίας στον επόμενο, καθώς αυτής της κατηγορίας οι άνθρωποι είναι πάντα με τον επόμενο και αυτής της κατηγορίας οι… επιχειρήσεις έχουν τεράστιο περιθώριο κέρδους που τους επιτρέπει να γεμίζουν τους λογαριασμούς, ενώ ταυτόχρονα το παίζουν γαλαντόμοι προς το πολιτικό σύστημα, χουβαρντάδες και… άπλες.
Δεύτερο είδος, οι επιχειρηματίες της «αρπαχτής». Αυτοί που θεωρούν πως θα ανοίξουν μια ταβέρνα σε ένα νησί, ένα μαγαζάκι με σουβενίρ σε τουριστικό προορισμό, μια μπίζνα με νοικιαζόμενα δωμάτια, μια ΙΚΕ με βαρκάκια, ένα λούνα παρκ ή μερικά ταξί, και που πιστεύουν πως δικαιούνται με τρείς μήνες δουλειά να ζουν με οικονομική άνεση όλον τον χρόνο και να αγοράσουν κι ένα αυτοκίνητο με ό,τι περισσέψει.
Η πρώτη κατηγορία απομυζεί το κράτος και τα δημόσια ταμεία, η δεύτερη κλέβει τους πολίτες – καταναλωτές. Αμφότερες για να ευημερούν χρειάζονται θράσος κι ανεντιμότητα, γνωριμίες είτε για άνοιγμα δρόμου ευνοϊκής μεταχείρισης είτε προστασίας, και εξειδικευμένη γνώση για παραθυράκια νόμων, για κόλπα απέναντι σε ελεγκτικούς μηχανισμούς, για νομική διαχείριση υποθέσεων που στραβώνουν (αναβολές, ανακοπές, ασφαλιστικά μέτρα, ρυθμίσεις και νέες ρυθμίσεις, προσφυγές και πάει λέγοντας. Α, και να προσθέσω, αν κάπου στραβώσει η δουλειά να είναι έτοιμοι να κλείσουν το «λερωμένο» ΑΦΜ και να ανοίξουν το επόμενο.
Πρέπει να τελειώσουμε με τους επιχειρηματίες της «αρπαχτής». Εκείνους που αισχροκερδούν, που εξαπατούν, που κλέβουν συνειδητά. Μόνον ζημιά κάνουν όλοι αυτοί. Ζημιά στο κράτος (λυμαίνονται προμήθειες και δαπάνες δημοσίου), ζημιά στα δημόσια ταμεία - φοροφυγή, φοροκλοπή, εισφοροαποφυγή - ζημιά στους καταναλωτές, ζημιά στην αγορά, καθώς προσβάλλουν βάναυσα τον ανταγωνισμό αδικώντας τους συναδέρφους τους που πηγαίνουν με το σταυρό στο χέρι.
Για να τελειώσουμε ή έστω να περιορίσουμε σε μεγάλο βαθμό τη διαφθορά, χρειαζόμαστε πολιτική απόφαση (εκ των ων ουκ άνευ αυτό), αποτελεσματικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, αποδοτική λειτουργία της Δικαιοσύνης, μέσα ενημέρωσης που κάνουν τη δουλειά τους, και διαδικασίες αυστηρού ελέγχου των ελεγκτών και βαριάς τιμωρίας των επίορκων και κάθε είδους παραβατών.
Έλεγχοι λοιπόν. Έλεγχοι παντού και σε όλους, χωρίς εξαιρέσεις. Με αυστηρότητα και δικαιοσύνη.
- Το ελληνικό καλοκαίρι που χάνεται…
Κάποτε, το ελληνικό καλοκαίρι ήταν απλό. Μια πετσέτα στην άμμο, μια παγωμένη μπύρα από το ψυγειάκι, αλάτι στο δέρμα, και φίλοι που γίνονταν οικογένεια κάτω από τον ήλιο. Δεν χρειάζονταν πολλά. Η θάλασσα ήταν πάντα εκεί, ανοιχτή, φιλόξενη, δική μας. Δεν υπήρχαν κρατήσεις, «πρώτες σειρές», ελάχιστες καταναλώσεις. Υπήρχε μόνο μια σιωπηρή συμφωνία: η θάλασσα ανήκει σε όλους.
Σήμερα, το σκηνικό έχει αλλάξει ριζικά. Οι παράδεισοι του χθες έχουν μετατραπεί σε καλοκαιρινές επιχειρήσεις αρπαχτής, σε ζώνες εμπορικής εκμετάλλευσης κάθε τετραγωνικού άμμου. Κάθε ελεύθερη παραλία, κάθε σπιθαμή σκιάς, κάθε πρόσβαση στο κύμα έχει μια τιμή – και συνήθως τσουχτερή. Αν δεν πληρώσεις, δεν κάθεσαι. Αν δεν καταναλώσεις, δεν υπάρχεις. Αν τολμήσεις να απλώσεις την πετσέτα σου ανάμεσα σε οργανωμένες ξαπλώστρες, κινδυνεύεις να σου ζητηθεί... αποχώρηση.
Ο δημόσιος χώρος καταπατείται καθημερινά. Επιχειρηματίες ξεχειλώνουν τις άδειες τους, φράζουν παραλίες, εξαφανίζουν τα ελεύθερα σημεία. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί απουσιάζουν ή εμφανίζονται με ρυθμούς χελώνας. Οι πολίτες αγανακτούν, προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη, οργανώνονται σε κινήσεις, σηκώνουν πανό, συγκρούονται. Και όμως, για κάθε παραλία που κερδίζουν, δέκα άλλες χάνονται.
Από τη Χαλκιδική μέχρι τις Κυκλάδες, από την Κρήτη έως τα Δωδεκάνησα, το ίδιο μοτίβο: κατάχρηση, αυθαιρεσία, εκμετάλλευση. Ολόκληρα κομμάτια ακτογραμμής μοιάζουν να έχουν παραχωρηθεί ανεπίσημα – ή και επίσημα – στο βωμό μιας «τουριστικής ανάπτυξης» που δεν σέβεται κανέναν: ούτε τους ντόπιους, ούτε τους επισκέπτες, ούτε την ίδια τη φύση.
Γιατί πλέον, η εικόνα του καλοκαιριού δεν θυμίζει Ελλάδα. Θυμίζει εμπορικό κέντρο στην παραλία. Με menus, POS, υπερτιμημένα κοκτέιλ και ήχους clubbing που σκεπάζουν το κύμα. Θυμίζει «αρπαχτή» τριών μηνών, χωρίς καμία αίσθηση ισορροπίας, χωρίς κανένα όριο.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, δεν μαθαίνουμε τίποτα από τα παθήματα άλλων χωρών. Ο υπερτουρισμός είναι ήδη μάστιγα στον ευρωπαϊκό Νότο. Από τη Βαρκελώνη μέχρι τη Βενετία, περιοχές καταρρέουν. Οι υποδομές δεν αντέχουν. Οι ντόπιοι εκτοπίζονται από τις ζωές τους. Οι Δήμοι αναγκάζονται να εφαρμόσουν αυστηρά μέτρα: πλαφόν στους επισκέπτες, απαγόρευση ενοικιάσεων, περιορισμούς στις παραλίες. Κι όμως, εδώ ακόμα θεωρούμε την «τουριστική ανάπτυξη» συνώνυμο της ασυδοσίας.
Η «ΜτΚ» ανοίγει σήμερα τον φάκελο της παραλιακής αρπαχτής. Καταγράφει τις καταγγελίες, τις αντιδράσεις των πολιτών, την απελπισία των Δήμων που βλέπουν τον δημόσιο χώρο να εξαφανίζεται. Τι κάνει το κράτος; Τι μέτρα έχει λάβει για να ελέγξει την αισχροκέρδεια, τις αυθαιρεσίες, τις καταπατήσεις; Τι φοβάται; Και ποιος τελικά προστατεύει τον πολίτη που θέλει απλώς να χαρεί μια παραλία;
Το ελληνικό καλοκαίρι, όπως το γνωρίσαμε, πεθαίνει. Και δεν είναι νοσταλγία – είναι γεγονός. Αν συνεχίσουμε να αδιαφορούμε, αν συνεχίσουμε να επιτρέπουμε το κάθε "επιχειρηματικό πλάνο" να σαρώνει τις ακτές και τις μνήμες μας, πολύ σύντομα η θάλασσα θα είναι προσβάσιμη μόνο με κάρτα μέλους.
Χρωστάμε στα παιδιά μας την εμπειρία που είχαμε εμείς. Την ελευθερία, την άμμο στα πόδια, το νερό χωρίς ταμπέλες. Το καλοκαίρι είναι ταυτότητα, δεν είναι προϊόν. Και αν δεν το προστατεύσουμε τώρα, θα το θυμόμαστε μόνο από τις φωτογραφίες.
* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 03.08.2025