- Newsroom
Τα ραντάρ της κυβέρνησης στρέφονται στην προεκλογική ΔΕΘ του 2026 (εφόσον έχουμε εκλογές το 2027… βάσει προγράμματος), με το οικονομικό επιτελείο, έχοντας στη φαρέτρα του γεμάτα ταμεία με έσοδα από υπερπλεονάσματα, ανάπτυξη και αυξημένες εισπράξεις από έμμεσους και άμεσους φόρους, λόγω ακρίβειας, να μην έχει πει… την τελευταία του λέξη, σχεδιάζοντας νέες παροχές.
Δεν είναι τυχαίο πως η κυβέρνηση επέλεξε να γυρίσει πίσω στην κοινωνία μόλις 1,6 δισ. ευρώ με το πακέτο της ΔΕΘ για το 2026, από το «μυθικό» υπερπλεόνασμα των 5,6 δισ. ευρώ του 2024, κρατώντας γερές καβάντζες διά παν ενδεχόμενον.
Στο πλαίσιο αυτό, στα διόλου… ευρύχωρα όρια των προκαθορισμένων ορίων αύξησης δαπανών που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με την Κομισιόν έως το 2028, πρέπει να «στριμώχνονται» στο εξής οι ετήσιες παροχές της ΔΕΘ. Για την επόμενη ΔΕΘ, του 2026, μέχρι στιγμής έχουν εξασφαλισθεί περί των 600 εκατ. ευρώ για παροχές του 2027.
Πιθανότατα, τα 600 εκατ. ευρώ θα αυξηθούν, εφόσον ο φετινός προϋπολογισμός υπεραποδώσει (το πιθανότερο σενάριο), εξασφαλίζοντας «χώρο» για τις επόμενες χρονιές. Ωστόσο, τα περιθώρια δεν είναι απεριόριστα και αλόγιστες σπατάλες θα χτυπήσουν δημοσιονομικά «καμπανάκια».
Πρόσθετες δαπάνες επιτρέπονται μόνο αν εξασφαλισθούν πρόσθετα έσοδα σε μόνιμη βάση (π.χ. αν επιβληθούν νέοι φόροι ή περιοριστεί ή φοροδιαφυγή από την οποία φέτος αναμένονται έσοδα άνω των 2 δισ. ευρώ) ή αν υπάρξει υποεκτέλεση δαπανών μία χρονιά, οπότε αυξάνεται το περιθώριο για τις επόμενες.
Κάτι τέτοιο συνέβη φέτος. Ενδεχόμενη αύξηση εσόδων, που οφείλεται σε συγκυριακούς λόγους, πάντως, όπως π.χ. σε μία καλή τουριστική χρονιά, προορίζεται μόνο για τη μείωση του χρέους.
Σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο σχέδιό της, η Ελλάδα δικαιούται να αυξήσει τις δαπάνες της το 2027 κατά 3,1 δισ. ευρώ.
Εκτιμάται πως οι αυξήσεις στις λειτουργικές δαπάνες και τις συντάξεις θα απορροφήσουν από 1 δισ. ευρώ, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων άλλα 300 εκατ., και σε άλλες δαπάνες (π.χ. clawback) περίπου 200 εκατ. Έτσι, προκύπτει το περιθώριο των 600 εκατ. ευρώ για πρόσθετες παροχές του 2027.
Μήνας-ορόσημο ο Απρίλιος του 2026

Το τοπίο για ενδεχόμενα πρόσθετα περιθώρια… φορομποναμάδων θα ξεκαθαρίσει τον Απρίλιο του 2026, με την ανακοίνωση των επίσημων στοιχείων εκτέλεσης του προϋπολογισμού του 2025.
Σημειώνεται ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2024 εξασφάλισε χώρο 2 δισ. για τις επόμενες χρονιές, εκ των οποίων 1,1 δισ. δόθηκε ήδη φέτος τον Απρίλιο για τα μέτρα επιστροφής ενός ενοικίου και ενίσχυσης των χαμηλοσυνταξιούχων με 250 ευρώ ετησίως (που θα δοθούν τον Νοέμβριο). Το υπόλοιπο, εφόσον δεν απορροφηθεί φέτος, ίσως τονώσει το «πακέτο» της ΔΕΘ του 2026.
«Λαχανιάζει» ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ
Πάντως, μέχρι να φτάσουμε στην Έκθεση της επόμενης χρονιάς, πρέπει να κλειδώσει η ανάπτυξη του 2025.
Υπό αυτό το πρίσμα, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,7% το Β’ τρίμηνο φέτος σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, σημειώνοντας επιβράδυνση σε σύγκριση με το Α’ τρίμηνο, όταν είχε αυξηθεί κατά 2,2%, σε σύγκριση με το Α’ τρίμηνο του 2024. Κύριες αιτίες αυτής της επιβράδυνσης, σύμφωνα με τους αναλυτές, ήταν η συγκράτηση του ρυθμού αύξησης της κατανάλωσης, καθώς και η διεθνής αβεβαιότητα που επηρέασε αρνητικά τις εξαγωγές αγαθών και τα αποθέματα.
Η αύξηση του ΑΕΠ το Β’ τρίμηνο ήταν λίγο μόνο υψηλότερη από την αντίστοιχη της ΕΕ -1,6%- και της ευρωζώνης 1,5%, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat. Σε σύγκριση με το Α’ τρίμηνο, ωστόσο, το ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 0,6%, ενώ στην ΕΕ μόνο κατά 0,2% και στην Ευρωζώνη κατά 0,1%.
Η πρόβλεψη της κυβέρνησης για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% στο σύνολο του έτους δείχνει, έτσι, να αποτελεί ένα στοίχημα, αφού προϋποθέτει σημαντική επιτάχυνση το Β΄ εξάμηνο του έτους -μέσο ετήσιο ρυθμό 2,65%, σύμφωνα με την εκτίμηση της Eurobank για τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Η Εθνική Τράπεζα επισημαίνει ότι τα στοιχεία υποστηρίζουν την πρόβλεψή της για ετήσια ανάπτυξη 2% ή λίγο υψηλότερη, αν συνεχιστεί ο τρέχον υψηλός ρυθμός εξαγωγών υπηρεσιών και επενδύσεων και επιταχυνθούν οι δημόσιες επενδύσεις.
Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας διαβεβαιώνει ότι ο στόχος του 2,3% «δεν μεταβάλλεται, κάτι που προβλέπει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές προβλέψεις της. Η Τράπεζα της Ελλάδος άφησε κι αυτή αμετάβλητη την πρόβλεψή της για 2,3%.
Θετικά στοιχεία στην εικόνα του Β’ τριμήνου ήταν η αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών υπηρεσιών, χάρη στον τουρισμό. Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 6,5%, ανατρέποντας την ανησυχητική εικόνα της πτώσης κατά 2,3% του Α’ τριμήνου. Ωστόσο, εξακολουθεί να δείχνει δύσκολη η επίτευξη του στόχου του προϋπολογισμού για αύξηση των επενδύσεων στο σύνολο του έτους κατά 8,4% -προϋποθέτει αύξηση 15% τα επόμενα δύο τρίμηνα, σύμφωνα με την Eurobank.
Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» 14/9/2025