Και από Θεσσαλονίκη… Νέα Υόρκη: Τι συμβαίνει με την απευθείας αεροπορική σύνδεση και γιατί η πόλη «κυνηγά» το δολάριο

Αχνοφαίνεται φως στο βάθος του τούνελ για να προχωρήσει το project – Πάνω από 180.000 Αμερικανοί έρχονται στη Θεσσαλονίκη, πόσα ξοδεύουν

«Απογειώνονται» συζητήσεις, ζυμώσεις και διεργασίες με στόχο εντός του 2026 να σημειωθεί απτή πρόοδος στο… american dream της απευθείας αεροπορικής σύνδεσης Θεσσαλονίκης – ΗΠΑ, ένα project που παραμένει κολλημένο και… στοιχειωμένο πολλά χρόνια.

Με καθοριστική τη συμβολή του δήμου Θεσσαλονίκης (με τον Στέλιο Αγγελούδη να έχει πάρει ζεστά το θέμα) σε συντονισμό με ξενοδόχους, Fraport (διαχειρίζεται το αεροδρόμιο «Μακεδονία») και κυβέρνηση στρώνεται ο δρόμος για να μπει σε τροχιά απογείωσης σε ορατό χρονικό ορίζοντα (δύσκολο να προσδιορίσει κάποιος πότε ακριβώς) η σύνδεση του «Μακεδονία» με τη Νέα Υόρκη (αεροδρόμιο JFK), σε πρώτη φάση. Ενδέχεται να ακολουθήσουν Σικάγο, Λος Άντζελες. Καλό θα είναι βέβαια να κρατάμε μικρό καλάθι, με δεδομένη την κακή προϊστορία.

Υπενθυμίζεται πως ο πρόεδρος των ξενοδόχων της Θεσσαλονίκης, Ανδρέας Μανδρίνος, έθεσε στην πρόσφατη σύσκεψη του πρωθυπουργού με τους παραγωγικούς φορείς (πριν τη ΔΕΘ) το ζήτημα της απευθείας σύνδεσης Θεσσαλονίκης – ΗΠΑ ζητώντας τρεις εβδομαδιαίες πτήσεις, με τον κ. Μητσοτάκη να αντιμετωπίζει θετικά το αίτημα χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει άμεση ικανοποίησή του…

Διάδρομος υπάρχει από το 2020, ζητούνται και πτήσεις…

Αξίζει να σημειωθεί πως το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης διαθέτει τις κατάλληλες υποδομές για να υποδεχτεί υπερατλαντικές πτήσεις. Ο νέος διάδρομος 10-28 (τέθηκε σε επιχειρησιακή λειτουργία το 2020), που τέμνεται με τον υφιστάμενο 16/34 του αεροδρομίου, επεκτάθηκε κατά 1 χλμ προς τη θάλασσα και φτάνει τα 3,440 χλμ μήκος.

Η αναβάθμιση αυτή δίνει τη δυνατότητα στο «Μακεδονία» αφενός να υποδέχεται μεγαλύτερα αεροσκάφη με πλήρη φορτία βαρών με καύσιμα και επιβάτες, που πραγματοποιούν υπερατλαντικές πτήσεις και αφετέρου βοηθά στο μεγάλο πρόβλημα που παρατηρείται στο αεροδρόμιο με την ομίχλη.

Το έργο επέκτασης του 10/28 μελετήθηκε και δημοπρατήθηκε από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) και συγχρηματοδοτήθηκε από το ελληνικό δημόσιο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, πέρασε από σαράντα κύματα και χρειάστηκε 15 χρόνια για να ολοκληρωθεί, κοστίζοντας πάνω από 300 εκατ. ευρώ.

Με δολάριο αλλάζεις επίπεδο – Πάνω από 1.000 ευρώ η μέση δαπάνη των Αμερικανών

aerodromio-makedonia.jpg?v=0

Για να έρθουν περισσότεροι Αμερικανοί στη Θεσσαλονίκη (πέριξ των 180.000 έρχονται ετησίως) επείγει να προχωρήσει μία δυνατή διαφημιστική καμπάνια (νευραλγικός ο ρόλος του Οργανισμού Τουρισμού της πόλης), καθώς ελάχιστοι πολίτες από τις ΗΠΑ γνωρίζουν τον προορισμό «Θεσσαλονίκη».

Αν ανοίξουμε την εικόνα, διαπιστώνουμε πως η βελτίωση των επιδόσεων του αεροδρομίου συνδέεται άμεσα με την τουριστική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης. Η παρουσία τουριστών υψηλής εισοδηματικής άνεσης (γερά πορτοφόλια), χωρίς σε καμία περίπτωση να υποτιμάται η συνεισφορά των Βαλκάνιων (οι οποίοι έρχονται κατά βάση με το αυτοκίνητο) στην τοπική οικονομία, προϋποθέτει την έλευση των παραδοσιακά ανοιχτοχέρηδων Αμερικανών, που θα αφήσουν ζεστό χρήμα στις επιχειρήσεις, θα μείνουν περισσότερο (σε σχέση με άλλες εθνικότητες) και εφόσον μείνουν ικανοποιημένοι με την εμπειρία τους είναι πολύ πιθανό να επαναλάβουν το ταξίδι τους, «διαφημίζοντας» παράλληλα την πόλη σε μία τεράστια αγορά 340 εκατ. δυνητικών επισκεπτών.

Οι Αμερικανοί ναι μεν κατέκτησαν την πρώτη θέση στις διανυκτερεύσεις ξένων εθνικοτήτων και το 2023 και το 2024 (και φέτος είναι πολύ πιθανό να κρατήσουν την πρωτιά) στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο είναι απελπιστικά λίγοι όσοι έρχονται στην πόλη (σε σχέση πχ με την Αθήνα) -αν και διαρκώς αυξάνονται- για να αλλάξουν δραστικά τα δεδομένα στην τοπική οικονομία.

Οι Αμερικανοί, περί το 1,5 εκατ. εκτιμάται πως ήρθαν στη χώρα μας το 2024 (ανάλογος αριθμός εκτιμάται ήρθε ή θα έρθει και φέτος), ξοδεύουν περισσότερα και μένουν περισσότερο στην Ελλάδα σε σχέση με το μέσο όρο των υπόλοιπων επισκεπτών (στοιχεία ΙΝΣΕΤΕ).

Το χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει περισσότερο τους Αμερικανούς τουρίστες είναι η εξαιρετικά υψηλή κατά κεφαλήν δαπάνη τους. Με μέσο όρο 1.021,9 ευρώ ανά επισκέπτη, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, υπερτερούν σημαντικά έναντι όλων των άλλων εθνικοτήτων. Ωστόσο, άλλες έρευνες όπως αυτή της Ipsos για την Visa, που συμπεριλαμβάνουν και τα έξοδα διαμονής, ανεβάζουν το ποσό στα 3.000 ευρώ ανά επισκέπτη. Αυτά τα νούμερα καθιστούν τους Αμερικανούς τουρίστες την πιο επικερδή κατηγορία για την ελληνική τουριστική βιομηχανία.

Χαρακτηριστικό είναι ότι οι μισοί Αμερικανοί τουρίστες επιλέγουν διακοπές έως επτά ημερών, ενώ οι υπόλοιποι μένουν για μεγαλύτερες περιόδους.

Οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ (στο οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου) διαμορφώθηκαν πέριξ των 1,7 δισ. ευρώ, ενισχυμένες κατά 20,6% σε σχέση με το 2024, βάσει στοιχείων της ΤτΕ.

Σε άλλη πίστα παίζει η Αθήνα

el-venizelos-aerodromio-athina-20250401.jpg?v=0

Αξίζει να σημειωθεί πως την ώρα που η Θεσσαλονίκη παλεύει επί ματαίω να εξασφαλίσει απευθείας σύνδεση με τις ΗΠΑ, την φετινή σεζόν η συνδεσιμότητα της Αθήνας με τις ΗΠΑ χτύπησε ρεκόρ με πάνω από 100 εβδομαδιαίες πτήσεις.

Φέτος οι εβδομαδιαίες πτήσεις από το «Ελ. Βενιζέλος» σε εννέα διαφορετικά αεροδρόμια στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 25% σε σχέση με πέρυσι. Επιβάτες από JFK, Νιούαρκ, Σικάγο, Φιλαδέλφεια, Ατλάντα, Βοστώνη, Ουάσιγκτον, Λος Αντζελες και Σαρλότ πέταξαν απευθείας για Ελλάδα. Τις γραμμές αυτές εξυπηρετούν πέντε αεροπορικές εταιρείες: United, American, Delta, Emirates και Norse

Οι Αμερικανοί ταξιδιώτες πραγματοποιούν κατά μέσον όρο τέσσερα ταξίδια τον χρόνο και όταν επιλέγουν την Ελλάδα, παραμένουν περίπου έντεκα ημέρες, εκ των οποίων τρεις στην Αθήνα. Επιπλέον, θεωρούνται «early bookers», καθώς προγραμματίζουν και κλείνουν τα εισιτήριά τους τρεις έως τέσσερις μήνες πριν από την αναχώρηση, γεγονός που δίνει στον ελληνικό τουριστικό κλάδο πολύτιμο χρονικό περιθώριο για καλύτερο σχεδιασμό και προβλέψεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ, για το σύνολο της φετινής σεζόν ο αριθμός των αεροπορικών θέσεων για πτήσεις από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα ανέρχεται σε 726.087, σημειώνοντας άνοδο 22% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.

Loader