- Newsroom
Με αυξανόμενα περιστατικά προσέγγισης λύκων σε κατοικημένες περιοχές και πρόσφατη την είδηση επίθεσης σε παιδί στη Σιθωνία Χαλκιδικής, η Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας – Θράκης (Κ.Ο.ΜΑ.Θ) εκφράζει έντονη ανησυχία για την ασφάλεια των πολιτών και απευθύνει κάλεσμα για συντονισμένη δράση.
Η ΚΟΜΑΘ, με συνεχή καταγραφή περιστατικών και συστηματική παρακολούθηση της κατάστασης, διαπιστώνει ότι τα τελευταία χρόνια η παρουσία του λύκου έχει αλλάξει δραματικά χαρακτήρα. Πλέον, δεν εμφανίζεται μόνο σε απομονωμένες ορεινές περιοχές, αλλά πλησιάζει όλο και πιο συχνά οικισμούς, περιαστικές ζώνες, ακόμα και παραλίες. Στη βάση δεδομένων που διατηρεί η Ομοσπονδία έχουν καταγραφεί πολυάριθμες επιθέσεις σε κυνηγόσκυλα και οικόσιτα ζώα, ενδείξεις που αποτυπώνουν τη μετατόπιση του λύκου προς περιοχές με ανθρώπινη δραστηριότητα.
Αυτή η αλλαγή δεν είναι τυχαία. Σύμφωνα με την ΚΟΜΑΘ, οι λύκοι έλκονται πλέον από ανθρωπογενείς πηγές τροφής, όπως τα σκουπίδια, τα υπολείμματα τροφών και τα σημεία που οι άνθρωποι αφήνουν τροφή για αδέσποτα ή κατοικίδια. Η έλλειψη αποτρεπτικής πίεσης, η εξοικείωση του λύκου με την ανθρώπινη παρουσία, αλλά και οι μεταβολές στο φυσικό του περιβάλλον λόγω τουριστικής και οικιστικής ανάπτυξης, έχουν δημιουργήσει ένα νέο τοπίο συνύπαρξης – συχνά επικίνδυνο.
Η Ομοσπονδία υπογραμμίζει την απουσία επιστημονικών δεδομένων για τον πληθυσμό του λύκου στην Ελλάδα. Δεν έχει γίνει ακόμη καμία συστηματική εκτίμηση της λεγόμενης «ζωοχωρητικότητας» κάθε περιοχής, δηλαδή πόσους λύκους μπορεί να υποστηρίξει ένα οικοσύστημα χωρίς να προκληθούν συγκρούσεις με ανθρώπινες δραστηριότητες. Αυτή η επιστημονική έλλειψη καθιστά την εφαρμογή στοχευμένων μέτρων ιδιαίτερα δύσκολη.
Παρότι κατά καιρούς έχουν προταθεί προληπτικά μέτρα, η ΚΟΜΑΘ τονίζει ότι στην πράξη αυτά δεν έχουν αποδειχθεί επαρκή. Η ανάγκη για άμεση δράση είναι επιτακτική και απαιτεί συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η Ομοσπονδία προτείνει μεταξύ άλλων την εντατικοποίηση της ενημέρωσης των πολιτών, την αποτροπή ταΐσματος άγριων ζώων και την απομάκρυνση τροφικών ερεθισμάτων από κατοικημένες περιοχές. Παράλληλα, κρίνεται αναγκαία η εγκατάσταση φωτισμού, περίφραξης και άλλων μέσων προστασίας γύρω από κατοικίες και χώρους αναψυχής, όπως και η ενεργοποίηση μη θανατηφόρων μεθόδων απώθησης λύκων σε περιοχές όπου υπάρχει αυξημένος κίνδυνος.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στη χρήση τεχνολογίας – όπως οι φωτοπαγίδες – για τη συστηματική παρακολούθηση πληθυσμών και τη γρήγορη αντίδραση σε νέες εμφανίσεις λύκων σε «απρόβλεπτα» σημεία. Εξίσου σημαντική είναι, σύμφωνα με την Ομοσπονδία, η έμπρακτη στήριξη των κτηνοτρόφων και κυνηγών που πλήττονται από τις επιθέσεις, με επιδοτήσεις και αποζημιώσεις για μέτρα προστασίας, όπως σκύλοι φύλαξης και κατάλληλες υποδομές.
Σε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων, επιθετικών ή επικίνδυνων συμπεριφορών από συγκεκριμένα άτομα λύκων, η ΚΟΜΑΘ τονίζει πως πρέπει – με βάση επιστημονικά δεδομένα και υπό την αυστηρή εποπτεία των αρμόδιων αρχών – να εξετάζεται και το ενδεχόμενο απομάκρυνσης ή θανατηφόρας διαχείρισης, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο για την ανθρώπινη ασφάλεια.
Κλείνοντας, η ΚΟΜΑΘ απευθύνει κάλεσμα προς τα Υπουργεία Περιβάλλοντος και Τουρισμού, τις Περιφέρειες, τους Δήμους, την επιστημονική κοινότητα και τους τοπικούς φορείς για άμεση, θεσμική και συντονισμένη συνεργασία. Η εκπόνηση μελετών πληθυσμιακής εκτίμησης, η ενημέρωση των πολιτών, η θέσπιση ευέλικτων ρυθμίσεων για περιπτώσεις κινδύνου, αλλά και η εφαρμογή ολοκληρωμένων σχεδίων πρόληψης αποτελούν προϋποθέσεις για μια βιώσιμη συνύπαρξη ανθρώπων και άγριας ζωής.
«Ο στόχος μας δεν είναι η εξόντωση του λύκου, αλλά η υπεύθυνη διαχείρισή του με γνώμονα την ασφάλεια των ανθρώπων και την προστασία της φύσης», σημειώνει χαρακτηριστικά η Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας – Θράκης, δηλώνοντας έτοιμη να συμβάλει ενεργά σε κάθε πρωτοβουλία προς αυτή την κατεύθυνση.