Παύλος Παπαχριστοφίλου: Πέθανε ο επικεφαλής των εκδόσεων «Ελληνικά Γράμματα»
Το έργο του αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερα σημαντικό για τον εκδοτικό χώρο, συνδέοντας την επιχειρηματικότητα με την πολιτισμική προσφορά
Το βιβλίο του Στάθη Αθανασιάδη «Η Κατερίνη των Προτεσταντών, των Μπεκτασήδων και των Εβραίων» παρουσιάζει τις σημαντικότερες στιγμές της πόλης της Κ. Μακεδονίας
- Newsroom
Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια προσπάθεια να αναδειχθούν τα βασικά χαρακτηριστικά που διαμόρφωσαν τη δημιουργία της πόλης της Κατερίνης. Μέσα από αυτή την προσπάθεια στόχος είναι να φωτιστούν στοιχεία της κοινωνικής ιστορίας της περιοχής.
Η μετάβαση από την πολυπολιτισμική Οθωμανική Αυτοκρατορία στο εθνικό κράτος βρήκε όλες τις ομάδες που κατοικούσαν στην περιοχή της Πιερίας και ενσωματώθηκαν στο εθνικό κράτος σε μια διαδικασία επαναπροσδιορισμού του ρόλου τους σε σχέση με τη νέα πραγματικότητα.
Η δημιουργία των νέων κρατών στα Βαλκάνια αλλά και στην Ευρώπη του 19ου αιώνα «γέννησαν» και τους αντίστοιχους εθνικισμούς και αυτοί με τη σειρά τους τα αντίστοιχα εθνικά αφηγήματα.* Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Manchester Guardian το 1889 ο Χαρίλαος Τρικούπης αποκάλυπτε με τον πιο απλό αλλά και ρεαλιστικό τρόπο τη δημιουργία της «εθνικής καθαρότητας» λέγοντας αφοπλιστικά ότι «…όταν θα έρθει ο μέγας πόλεμος, ως αφεύκτως θα συμβεί μετά τινα έτη, η Μακεδονία θα γίνει ή Βουλγαρική ή Ελληνική κατά τον νικήσαντα. Αν την λάβωσιν οι Βούλγαροι, δεν αμφιβάλλω ότι θα είναι ικανοί να εκσλαβίσωσι τον πληθυσμόν μέχρι των Θεσσαλικών συνόρων. Αν ημείς την λάβωμεν θα τους κάνωμεν όλους Έλληνες μέχρι της Ανατολικής Ρωμυλίας».
Αντίστοιχες αναφορές για την παραγωγή της εθνοκρατικής ταυτότητας έχουμε σε όλες τις ιστορίες γέννησης σύγχρονων κρατών.
Χαρακτηριστική είναι η διακήρυξη του Μάσιμο ντ’ Αζέλιο στην πρώτη συνεδρίαση του κοινοβουλίου του ενοποιημένου Ιταλικού κράτους: «Κάναμε την Ιταλία, τώρα πρέπει να κάνουμε και τους Ιταλούς».
Το φυλετικά αδιάσπαστο του Γένους, ή η συνέχεια του έθνους από «αρχαιοτάτων χρόνων» μέχρι σήμερα, με βασικά στοιχεία την ενιαία γλωσσική πολιτισμική και φυλετική οντότητα του λαού που ζει και αναπαράγεται στο κάθε νεοσύστατο κράτος, είναι το ζητούμενο για κάθε εθνική ιδεολογία.
Στην περίπτωση της διαμόρφωσης του ελληνικού εθνικού μύθου τρεις ήταν οι βασικοί παράγοντες που συνετέλεσαν αποφασιστικά στην ολοκλήρωσή του. Ο πρώτος ήταν η γοητεία που ασκούσε η κλασική αρχαιότητα στον χώρο της ευρωπαϊκής διανόησης και μέσω αυτής στο κίνημα του Ελληνικού Διαφωτισμού. Ο δεύτερος ήταν το κύρος της ελληνικής γλώσσας στον ορθόδοξο βαλκανικό πληθυσμό, λόγω της Ελληνοφωνίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο τρίτος ήταν η πρώιμη συγκρότηση αστικής τάξης, η οποία έπαιξε και καθοριστικό ρόλο στην επανάσταση του ’21.
Πάνω σ’ αυτόν τον κεντρικό άξονα της εθνικής ιδεολογίας, που η βασική της ιδέα είναι η ύπαρξη ενός ζωντανού οργανισμού με μιαν αθάνατη υπόσταση, δομείται και ο ελληνικός μύθος. Τα υλικά του αλιεύονται από την ιστορία και επανερμηνεύονται ώστε να ενταχθούν χωρίς «αντιφάσεις» στο εθνικό αφήγημα. Τελικά, η ελληνική ιστορία ταυτίζεται απόλυτα με τον ελληνικό εθνικό μύθο.
Σε κάθε ιστορική περίοδο η προσπάθεια απόκρυψης, αλλοίωσης ή παραχάραξης γεγονότων χαρακτηρίζει τα μέσα με τα οποία δομήθηκε το ελληνικό εθνικό αφήγημα. Μ’ αυτά τα «υλικά» οι γενιές μέσα από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, ιδιαίτερα μέσα από όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, διαμορφώνουν την ενιαία εθνική συνείδηση, που φυσικά είναι το ζητούμενο και για τον ελληνικό εθνικισμό.
Το ίδιο που συμβαίνει στην Ελλάδα γίνεται σε όλες τις βαλκανικές χώρες. Το ίδιο «κοινωνικό πλαίσιο», η ίδια ιστορική γέφυρα με το παρελθόν που διεκδικεί ιστορικό χώρο και «κατασκευή τίτλων ιδιοκτησίας» διαμορφώνει τους αντίστοιχους εθνικούς μύθους, οι οποίοι αποτυπώνονται στα σχολικά εγχειρίδια των γειτόνων μας. Μεγάλες ιδέες, αλυτρωτικές κραυγές, κρατικές προπαγάνδες. Είναι σαφές ότι το πρόσωπο του εθνικισμού είναι πάντα το ίδιο. Αυτό φαίνεται ολοκάθαρα όταν παρατηρούμε χωρίς προκατάληψη πώς ο εθνικισμός* αντιμετωπίζει τον «αντίπαλο» μέσα στον κρατικό του χώρο. Ταυτόχρονα, μέσα από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι διάφορες θρησκευτικές ομάδες η μια την άλλη, αποκαλύπτονται οι αιτίες και οι συνέπειες των συγκρούσεων, οι οποίες καλλιεργούνται συνειδητά και εργαλειοποιούνται ανάλογα με τις ανάγκες της κυρίαρχης τάξης.
Στο βιβλίο αυτό, όπως αναφέρεται και στον τίτλο του, προσπάθησα, μέσα από την περιοδολόγηση κρίσιμων ιστορικών γεγονότων, να αποτυπώσω, μέσω ενός πλαισίου βιβλιογραφικών αναφορών, κειμένων του διαδικτύου, προσωπικών μαρτυριών και φυσικά προσωπικών εκτιμήσεων και ερμηνειών, γεγονότα και καταστάσεις που σημάδεψαν την ιστορία της πόλης.
Σε καμμιά περίπτωση πρόθεσή μου δεν είναι να γράψω ένα βιβλίο ιστορίας ούτε υπάρχει ίχνος φιλαυτίας, η οποία «σπρώχνει κάθε άτομο να ασχολείται με τον εαυτό του περισσότερο από ο ποιανδήποτε άλλον».
*Ο εθνικισμός βέβαια ποτέ δεν υπήρξε μια ενιαία συνεκτική ιδεολογία ή θεωρία. Είχε μια μεγάλη ικανότητα παγκόσμιας διάδοσης γιατί, αν και αναφέρεται πάντοτε σε ένα συγκεκριμένο έθνος, στο «δικό μας», ταυτόχρονα είναι «οικουμενικός», δημιουργώντας σχεδόν αυτόματα μια καθολική εικόνα ενός κόσμου που αποτελείται από έθνη (Για περισσότερα βλέπε «Έθνος και Ορθοδοξία» Π. Ματάλας, ΠΕΚ).
Οι όποιες ιστορικές και κοινωνικοπολιτικές αναφορές έγιναν γιατί θεώρησα χρήσιμο αλλά και απαραίτητο για κάθε χρονική περίοδο στην οποία αναφέρομαι, αλλά και για κάθε γεγονός που περιγράφω, να κάνω μιαν ιδιαίτερη αναφορά στο κοινωνικό και ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαδραματίζεται η περιγραφή, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον αναγνώστη να αποκτήσει, μέσα από τους μαιάνδρους των περιστατικών και των γεγονότων, μια συνολική θέαση που διευκολύνει τη γνώση, και την κατανόηση των αναφορών και των ερμηνειών που καταθέτω.
Έτσι, στο πρώτο κεφάλαιο, έγινε μια εισαγωγική αναφορά για το πέρασμα των λαών από τη Μακεδονία πριν από το 800 π.Χ. έως και την τουρκική κυριαρχία. Πρόθεσή μου ήταν να αναδείξω ότι η πανσπερμία των λαών που άφησαν το αποτύπωμά τους στην περιοχή της Κατερίνης δεν μας επιτρέπει «ομοιογενοποιημένες φυλετικές αναφορές» χωρίς την υπενθύμιση ότι «η εθνική καθαρότης έγινε …αναλόγως με τον νικήσαντα».
Στο δεύτερο κεφάλαιο, με την ιχνηλάτηση της εθνολογικής σύνθεσης που επιχειρείται, προσπάθησα να αναδείξω πτυχές της ιστορίας και ομάδες που έδωσαν στίγμα κοινωνικό και οικονομικό στην πόλη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να διερευνήσω τα νέα είδη συγκλίσεων και κοινωνικών σχέσεων που αναπτύχθηκαν με το καινούργιο έθνος-κράτος.
Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μια αναφορά στα προσφυγικά κύματα που δέχθηκε η Κατερίνη και ο νομός, με αναφορές στη βιωματική εμπειρία των διαφόρων ομάδων, όπως τις αποτυπώνουν στις αφηγήσεις τους, με όλα εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ακόμη και σήμερα διακρίνουμε στις ξεχωριστές τους κουλτούρες. Ιδιαίτερα στο κεφάλαιο αυτό προσπάθησα να υποστηρίξω ότι σίγουρα είμαστε ‘προσδιορισμένοι’ ως ένα βαθμό από την παράδοσή μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε υποταγμένοι, υποδουλωμένοι σ’ αυτήν.
Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται μια ιδιαίτερη μνεία στην περίοδο 1940-49, μια περίοδο στην οποία η επιρροή του ΕΑΜ έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση της κοινωνικοοικονομικής ζωής της πόλης, αλλά και στη μετέπειτα πορεία της. Η ιδιαίτερη αναφορά σε μάχες και πρόσωπα της περιόδου αυτής γίνεται με την επισήμανση ότι, αν και τα πρόσωπα αυτά έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην Αντίσταση ενάντια στον φασίστα κατακτητή, απουσιάζουν προκλητικά από το επίσημο αφήγημα της ιστορίας της πόλης, σε αντίθεση με τους συνεργάτες των κατακτητών οι οποίοι κατέλαβαν περίοπτες θέσεις σε όλη την τοπική ιεραρχία και φιγουράριζαν προκλητικά σε όλες τις «πρώτες θέσεις των επισήμων» σε όλες τις κοινωνικές εκδηλώσεις.
Στο πέμπτο και έκτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην περίοδο της χούντας και στη μεταπολίτευση έχοντας, ιδιαίτερα για τη δεύτερη, μια προσωπική βιωματική κατάθεση.
Τελικά, μοναδική φιλοδοξία είναι μέσα από την ιχνηλάτηση των πληθυσμιακών ή θρησκευτικών ομάδων, που πέρασαν και παραμένουν στην Κατερίνη, να καταδειχθεί πόσο ψεύτικες και ανιστόρητες είναι οι εθνικιστικές ιδεοληψίες, οι οποίες μόνο μίσος και φανατισμό σπέρνουν στις κοινωνίες και γεννούν δημοτικά τραγούδια σαν αυτό που γράφτηκε το 1792 και εκδόθηκε το 1803 από τον μοναχό και δάσκαλο Δανιήλ Μοσχοπολίτη (1754-1825) που λέει:
«Βούλγαροι, Ρουμάνοι, Αλβανοί,
Αλλόγλωσσοι χαρείτε,
Και ετοιμαστείτε όλοι σας
Έλληνες να γινήτε.
Βαρβαρικήν αφήνοντες γλώσσα, φωνή και ήθη,
Όπου στους απογόνους σας θα φαίνωνται ως μύθοι».
Who is Who
Ο Αθανασιάδης Στάθης γεννήθηκε στην Κατερίνη το 1956. Μετά τα γυμνασιακά του χρόνια στην Κατερίνη πήγε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε στα ΤΕΙ Φυσικοθεραπευτής και Τεχνολόγος Ιατρικών εργαστηρίων. Ως φυσικοθεραπευτής ειδικεύτηκε στη Νευροεξελικτική αγωγή (NDT) και στην Iδιοδέκτρια Νευρομυική Διευκόλυση (PNF), δουλεύοντας ιδιωτικά με παιδιά και ενήλικες με βλάβες στο ΚΝΣ. Παράλληλα δίδαξε δεκαεφτά χρόνια στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση (ΤΕΙΘ) και είκοσι χρόνια στη Δευτεροβάθμια (ΕΠΑΛ), από όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Μετέφρασε πέντε βιβλία από τα αγγλικά και έγραψε πέντε βιβλία της ειδικότητάς του.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 13.07.2025
Το έργο του αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερα σημαντικό για τον εκδοτικό χώρο, συνδέοντας την επιχειρηματικότητα με την πολιτισμική προσφορά
Την είδηση έκανε γνωστή ο καλλιτέχνης μέσα από τον προσωπικό του λογαριασμό
Εκπρόσωποι 110 φοιτητών από 12 ελληνικά πανεπιστήμια συνεδρίασαν προκειμένου να επιλέξουν τον φετινό νικητή
Η συνεργασία των φορέων ήταν απόλυτα επιτυχής και έφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα