Τέσσερις ημέρες μετά την προφυλάκιση του, λόγω του αποτυπώματός του που βρέθηκε στην σακούλα που περιείχε τη βόμβα που εξερράγη σε κατάστημα τράπεζας τα ξημερώματα της 3ης Μαΐου, ο 42χρονος κάθισε στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων για υπόθεση εκβίασης σε βάρος της 38χρονης, στα χέρια της οποίας εξερράγη ο εκρηκτικός μηχανισμός.
Η 38χρονη θανούσα προχώρησε σε καταγγελία σε βάρος του τον Απρίλιο του 2020, ότι ο κατηγορούμενος την εκβίαζε για να του δώσει χρήματα. Συγκεκριμένα, είχε αναφέρει ότι εκείνη είχε δανειστεί από τον 42χρονο ένα χρηματικό ποσό, όμως εκείνος της ζητούσε πιεστικά πολλές χιλιάδες παραπάνω, απειλώντας ακόμα και τη ζωή της ίδιας, αλλά και του γιου της.
Ωστόσο, δύο μήνες μετά, η 38χρονη ανακάλεσε και υποστήριξε ότι συμφώνησαν να του δίνει λίγα λίγα τα χρήματα, μέχρι να του επιστρέψει το σύνολο του ποσού, δηλώνοντας, μάλιστα, πως δεν επιθυμεί την ποινική του δίωξη.
Απολογούμενος, ο πρόσφατα προφυλακισμένος, ξέσπασε και αρνήθηκε πως εκβίαζε την θανούσα και ότι η καταγγελία ήταν προϊόν της φαντασίας της.
«Έκανε την καταγγελία, γιατί δεν ηθελε να μου επιστρέψει τα χρήματα. Βγάζει σενάρια από το μυαλό της. Ήταν εθισμένη στα ναρκωτικά. Όλα αυτά είναι προϊόν της φαντασίας της», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά την εμπλοκή του στην υπόθεση της έκρηξης, με δάκρυα στα μάτια, είπε ότι η 38χρονη «του έχει καταστρέψει τη ζωή».
«Με έχει καταστρέψει. Έμενε σπίτι μου μέχρι και το πρωί που τοποθέτησε τη βόμβα. Την ξέρω 15 χρόνια, είχαμε φιλικές σχέσεις. Η ίδια πήρε τη σακούλα από το σπίτι μου και έτσι, βρέθηκε αποτύπωμά μου πάνω της», υποστήριξε.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, τελικώς τον αθώωσε, λόγω αμφιβολιών, για την υπόθεση εκβίασης, συμφωνώντας με την αθωωτική -λόγω αμφιβολιών- πρόταση της εισαγγελέως της έδρας.