Νάξος: Μηνυτήρια αναφορά κατά επισκέπτη αρχαιολογικού χώρου που σήκωσε έκθεμα στην Πορτάρα
Μετά το περιστατικό ενισχύθηκε η φύλαξη και τοποθετήθηκε εργοταξιακή περίφραξη ελαφρού τύπου
Εκπρόσωποι τεσσάρων μεγάλων μουσείων στην πόλη αναλύουν τα πολλαπλά πλεονεκτήματα τις προκλήσεις αλλά και τους προβληματισμούς τους για τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό ενώ παρουσιάζουν και τα δικά τους βήματά προς την νέα εποχή.
Σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει, τα μουσεία, ως ζωντανοί οργανισμοί δεν θα μπορούσαν να μείνουν ανεπηρέαστα. Στην εποχή της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης καλούνται να ανταποκριθούν στις σύγχρονες απαιτήσεις της κοινωνίας και ενσωματώσουν τις νέες τεχνολογίες ώστε να δημιουργήσουν μια επαυξημένη και πιο ολοκληρωμένη εμπειρία στον επισκέπτη.
Άλλοι πιο γρήγορα, άλλοι πιο αργά, σχεδόν όλοι οι μουσειακοί οργανισμοί ανά τον κόσμο πλέον κάνουν τα δικά τους βήματα προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Από χώρους παθητικής θέασης, τα μουσεία μετατρέπονται σε πολυχώρους πολιτισμού, γνώσης, δημιουργίας, ανακάλυψης, Η εμπειρία της πανδημίας ήταν καθοριστική για την στροφή προς αυτή την κατεύθυνση.
Σήμερα, πολλά μουσεία αξιοποιούν εργαλεία όπως οι ψηφιακές ξεναγήσεις ανοίγοντας τις πύλες τους σε ένα πολύ ευρύτερο κοινό που για διάφορους λόγους δεν μπορεί να επισκεφθεί το μουσείο, ενώ συχνά διαθέτουν τεχνολογίες VR, AR, QR codes, ξεναγήσεις για ΑμεΑ, ψηφιακά παιχνίδια, χάρτες και 3D απεικονίσεις.
Είναι όμως αυτή η τεχνολογική και πληροφοριακή έκσταση ακίνδυνη; Κινδυνεύει η φυσική επισκεψιμότητα από τις εικονικές περιηγήσεις; Όταν όλα είναι ψηφιακά, μπορούν τα μουσεία να συνεχίσουν να έχουν νόημα;
Εκπρόσωποι τεσσάρων μεγάλων μουσείων στην Θεσσαλονίκη, του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, του Τελλογλείου, το MΟMus και του Ιδρύματος Μακεδονικού Αγώνα αναλύουν στη «ΜτΚ» τα πολλαπλά πλεονεκτήματα, τις προκλήσεις και τους προβληματισμούς τους για τα ψηφιακά μέσα ενώ παρουσιάζουν και τα δικά τους βήματά προς την νέα εποχή.
Νέες τεχνολογίες, νέες δυνατότητες
Η ψηφιακή τεχνολογία είναι αδιαμφισβήτητα ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για τα μουσεία καθώς βελτιώνει την εμπειρία του επισκέπτη, ενώ η ψηφιοποίηση ανοίγει νέους δρόμους επικοινωνίας αλλά και διαχείρισης του αρχείου. Ήδη η εποχή της πανδημίας ανέδειξε την ανάγκη χρήσης τέτοιων τεχνολογιών αλλά και τα οφέλη που παρέχουν τόσο στο κοινό, όσο και στο μουσείο.
Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης το οποίο εκείνη την εποχή ανέπτυξε κάποια διαδραστικά διαδικτυακά εργαστήρια για το κοινό στα οποία ολοκληρώνονταν διάφορες δημιουργίες μέσω υπολογιστή (κατασκευές, δημιουργική γραφή, ζωγραφική) και στη συνέχεια εκτίθονταν ψηφιακά μέσω του μουσείου. Η Αγγελική Κουκουβού, διευθύντρια Εκδόσεων και Ψηφιακών Εφαρμογών του ΑΜΘ, περιγράφει πως τότε «για πρώτη φορά είχαμε στο μουσείο επισκέπτες από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό». Γι’ αυτό τον λόγο μάλιστα πολλές δράσεις διατηρήθηκαν και μετά την πανδημία. Πλέον, όπως τονίζει η κ. Κουκουβού, «η νέα ψηφιακή πραγματικότητα έχει πρωτεύοντα ρόλο στη ζωή μας και τα μουσεία έχουν το προνόμιο και την ευθύνη να ανταποκριθούν σε αυτό. Οι νέες δυνατότητες που παρέχουν τα νέα μέσα δεν μπορούν να αγνοηθούν. Δημιουργούν πολύ ισχυρές συνεργασίες, αλλάζει η μουσειακή αφήγηση, δημιουργούνται νέες υποδομές. Όλα αυτά είναι κομβικές αλλαγές» προσθέτει. Άλλωστε για την ίδια, «η τεχνολογία δεν υποκαθιστά ποτέ το έκθεμα. Αντιθέτως, το συμπληρώνει».
Το ΑΜΘ ξεκίνησε τον ψηφιακό μετασχηματισμό του ήδη από το 2006 με την αναδιοργάνωση του μουσείου ενώ αυτός εντάθηκε μετά το 2023. Το ΑΜΘ σήμερα διαθέτει QR codes, διαδραστικούς σταθμούς, virtual ξεναγήσεις ενώ σε συνεργασία με άλλους φορείς προσφέρει δωρεάν τέσσερις εφαρμογές. Συγκεκριμένα, αξιοποιώντας τεχνολογίες όπως VR/AR, AI και RFID, προσφέρει καινοτόμες εμπειρίες μέσω των έργων e-skapani.gr και CultureID. Μέσω της εφαρμογής Museum on the Go, η ξενάγηση επεκτείνεται στην πόλη, ενώ με το SignGuide, η πρόσβαση για κωφούς ενισχύεται με ξενάγηση σε νοηματική γλώσσα μέσω ενός avatar.
Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών ΑΠΘ
Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε και το Τελλόγλειο, το οποίο είχε ξεκινήσει επίσης πολύ νωρίς τον μετασχηματισμό του και τον οποίο εδραίωσε επί πανδημίας. Το Ίδρυμα σήμερα διαθέτει εικονικές ξεναγήσεις, ψηφιακά εκπαιδευτικά βίντεο και e-learning προγράμματα, 3D απεικονίσεις έργων, καθώς και διαδραστικά παιχνίδια για παιδιά.
Όπως σημειώνει η Αλεξάνδρα Γουλάκη - Βουτυρά, ομότιμη καθηγήτρια Σχολής Καλών Τεχνών ΑΠΘ και γενική διευθύντρια του Ιδρύματος, οι συλλογές, που ξεπερνούν τα 14.000 έργα, ψηφιοποιούνται και ανοίγουν μια νέα δίοδο επικοινωνίας και προβολής τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό. Η κ. Βουτυρά φέρνει ως παράδειγμα τα εκπαιδευτικά προγράμματα στα οποία το ίδρυμα δίνει ιδιαίτερη σημασία, και τα οποία αρχίζουν πλέον να αλλάζουν μορφή. «Ψάχνουμε νέους τρόπους και νέα παιχνίδια για να εισάγουμε στην αφήγηση, που να ξεπερνάνε την απλά βιωματική εμπειρία των παιδιών. Βελτιώνουμε τη σχέση μας με τα σχολεία και τα παιδιά διασκεδάζουν περισσότερο» σημειώνει.
MOMus
Ο Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών (MOMus) διαθέτει ένα πολυεπίπεδο πρόγραμμα ψηφιακών δράσεων με επιμελημένες εικονικές εκθέσεις 360° και διαδραστικές εφαρμογές, εικονικές περιηγήσεις, διαδραστικά ντοκιμαντέρ και ψηφιακά ερμηνευτικά εκθέματα, εκπαιδευτικά βίντεο και ψηφιακά παιχνίδια για παιδιά διαμορφώνουν μαζί με εκατοντάδες ψηφιοποιημένα έργα τέχνης. Από το «Οπτικοποιώντας την ανθρωπότητα» (2020), μέχρι την έκθεση «We Are All Made of Stars» το 2024 και τον «Τεχνοφετιχισμό» που φιλοξενείται στο Πειραματικό Κέντρο Τεχνών του MoMus μέχρι τις 31 Αυγούστου, το MOMUs ψάχνει ενεργά διαφορετικούς τρόπους να μιλήσει στον επισκέπτη. Ο Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος, πρόεδρος του ΔΣ του Οργανισμού εξηγεί στην «ΜτΚ» πως ο επαναπροσδιορισμός της αφήγησης, που πρέπει πάντα να παραμένει επίκαιρη, είναι ένα ζήτημα που αντιμετωπίζουν τα μουσεία γενικότερα. Όπως τονίζει, «έχουν αλλάξει οι ανάγκες, τα ενδιαφέροντα, οι προκλήσεις και θα πρέπει να βρούμε και εμείς τρόπο ή να λέμε διαφορετικές ιστορίες ή, έστω, τις ίδιες ιστορίες με διαφορετικό τρόπο».
Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα
Το Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα (ΙΜΜΑ) αποτελεί επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα οργανισμού που αξιοποίησε στοχευμένα τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας για να ενισχύσει την αποστολή του. Όπως τονίζει η διευθύντρια του μουσείου, Αθηνά Παυλίδου, σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση αυτή έγινε με την πλήρη τεκμηρίωση, διαχείριση και οργάνωση του πλούσιου ιστορικού αρχείου του μουσείου: περισσότερα από 12.600 φωτογραφικά τεκμήρια, 10.000 σελίδες εγγράφων, 669 μουσειακά αντικείμενα, χειρόγραφα, μικροφίλμ και σπάνια βιβλία, είναι πλέον προσβάσιμα στο ευρύ κοινό μέσω μιας ενιαίας βάσης δεδομένων. «Η σημαντική αυτή ψηφιοποίηση οδήγησε στη βελτίωση της εσωτερικής διαχείρισης, την εξασφάλιση της προσβασιμότητας των συλλογών και, το κυριότερο, στην αναβάθμιση της μουσειακής εμπειρίας των επισκεπτών, μέσα από έναν συνδυασμό ψυχαγωγίας και εκπαίδευσης» σημειώνει η κ Παυλίδου.
Σήμερα το ΙΜΜΑ επίσης προσφέρει ψηφιακές ξεναγήσεις, εφαρμογές αφήγησης ιστοριών (storytelling), διαδραστικούς χάρτες, 360° εικονικές περιηγήσεις, εκπαιδευτικά παιχνίδια και τρισδιάστατες αναπαραστάσεις εκθεμάτων, προσαρμοσμένα σε κοινό κάθε ηλικίας.
«Στόχος είναι η ενίσχυση της φυσικής και της εξ αποστάσεως εμπειρίας, η προσέλκυση διαφορετικών ομάδων κοινού, η υποστήριξη της έρευνας και ο εμπλουτισμός των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Με προσεκτικό σχεδιασμό, το ΙΜΜΑ ενσωματώνει δημιουργικά τις νέες τεχνολογίες σε όλες του τις δράσεις, αποφεύγοντας τις παγίδες του ψηφιακού εντυπωσιασμού» καταλήγει.
Οι προκλήσεις της νέας εποχής
Η μετάβαση στη νέα εποχή πάντως δεν είναι μόνο ζήτημα ψηφιακού εξοπλισμού ή καινοτομίας, αλλά κυρίως ζήτημα ισορροπίας. Οι νέες τεχνολογίες δεν είναι εχθρός αλλά ούτε και πανάκεια. Υπάρχουν προκλήσεις και κίνδυνοι που μπορεί να φέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και όλοι συμφωνούν πως πέρα από την τεχνολογία, πρέπει να διατηρηθεί η αυθεντική μουσειακή εμπειρία.
«Τα μουσεία έχουν το πλεονέκτημα των αυθεντικών τεκμηρίων, ο κόσμος τους έχει εμπιστοσύνη ως ιδρύματα» εξηγεί η κ. Κουκουβού. «Δεν φανταζόμαστε ένα μουσείο ψηφιακό αλλά ένα μουσείο με σωστό συνδυασμό του φυσικού αντικειμένου και της τεχνολογίας. Τα παιδιά είναι όλη μέρα σε μια οθόνη, δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό και στο μουσείο. Τα ψηφιακά μέσα χρειάζονται μια διαρκή παρακολούθηση, αξιολόγηση, συντήρηση και βελτιστοποίηση».
Ιδιαίτερη σημασία στη χρήση της τεχνολογίας από τα παιδιά δίνει και η κ. Βουτυρά: «Τα παιδιά όταν είναι προσηλωμένα στην οθόνη δε κοιτάνε δίπλα τους και χάνουν την ανθρώπινη επαφή. Δεν πρέπει εξαιτίας της τεχνολογίας να σταματήσουμε να τα προωθούμε σε άλλες δραστηριότητες όπως πχ να τρέξουν, να παίξουν ή να ασχοληθούν με τη φύση. Αυτή η απομόνωση παράγει παράλληλους μονολόγους, όχι διαλόγους. Οπότε όλα πρέπει να τα κάνουμε με μέτρο, προσοχή και συνεχή επίβλεψη του αποτελέσματος». Υπογραμμίζει ακόμα ότι σε κάθε περίπτωση η σχέση με την οθόνη απαιτείται παρά τα μειονεκτήματά της καθώς οι παραδοσιακοί τρόποι σιγά-σιγά εγκαταλείπονται και για την ίδια αυτό ενέχει κινδύνους. «Αναγκαστικά χάνουμε λίγο από την ανθρώπινη επαφή. Είναι η ίδια αίσθηση με αυτό που ζούσαμε την εποχή του COVID, όταν η επαφή υπήρχε αλλά απομακρυσμένη. Έτσι κι αλλιώς, χωρίς να έχουν αλλάξει οι βασικές δομές, η τεχνολογία πλέον εμπλέκεται παντού. Το μεγάλο επιτοίχιο κείμενο στην αρχή κάθε έκθεσης, έγινε τάμπλετ με πολύ περισσότερες πληροφορίες και δυνατότητες αλλά και σε αυτό πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί: η πληροφορία δεν πρέπει να είναι τόση πολλή ώστε να γίνεται κουραστική και πιεστική και τελικά να χάνεται το κύριο θέμα».
Για τον κ. Χριστοφιλόπουλο, ο μεγάλος κίνδυνος που θα πρέπει να προσέξουν τα μουσεία είναι η βεβιασμένη ενσωμάτωση τεχνολογιών. Όπως λέει χαρακτηριστικά. «όταν μια τεχνολογία δεν είναι ώριμη μπαίνουμε σε ένα παιχνίδι εντυπωσιασμού χωρίς αποτέλεσμα. Πρέπει η τεχνολογία που θα παρέχεις να είναι εύχρηστη, εύκολη και οικεία αλλιώς το κοινό δεν θα την χρησιμοποιήσει». Ως τέτοια χαρακτηρίζει μάλιστα την τεχνητή νοημοσύνη, η οποία έχει μετεξελιγχθεί σε ένα χρήσιμο εργαλείο που έχει δώσει λύσεις σε πολλά ζητήματα «και κάθε μέρα που δεν την αξιοποιούμε, είναι εις βάρος μας».
Τέλος, ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν αποτελεί αυτοσκοπό ούτε για το ΙΜΜΑ όπως τονίζει από την πλευρά της η κ. Παυλίδου. «Το μουσείο επενδύει σε μια ισορροπημένη μουσειολογική προσέγγιση, όπου οι ψηφιακές εφαρμογές λειτουργούν συμπληρωματικά με τα φυσικά αντικείμενα και τα παραδοσιακά ερμηνευτικά μέσα».
Νέες ανάγκες
Μια βασική παράμετρος που δεν πρέπει να αγνοείται και επισημαίνουν οι ομιλητές είναι οι πόροι οι οποίοι και καθορίζουν τις δυνατές αλλαγές στον κάθε οργανισμό. Η χρηματοδότηση αφορά τόσο στην ανανέωση του εξοπλισμού όσο και στην πρόσληψη του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού. Όπως λέει η κ. Κουκουβού χαρακτηριστικά, «επειδή οι τεχνολογίες εξελίσσονται ταχύτατα, ο εξοπλισμός πρέπει να βελτιώνεται συνεχώς. Οι νέες τεχνολογίες θέλουν ειδικούς χειρισμούς και το ανάλογο προσωπικό δυναμικό είναι ένα απαιτούμενο για να προχωρήσουμε. Δεν μπορεί ένας αρχαιολόγος ή ένας ιστορικός να τα κάνει αυτά» και στη συνέχεια προσθέτει πως, «οφείλουμε να προσαρμοζόμαστε διαρκώς, να κάνουμε πιο εξατομικευμένες και πιο διαδραστικές εκθέσεις, να απευθυνόμαστε σε όλες τις ηλικίες. Οι επισκέπτες ζητούν από τα μουσεία να είναι ένα μέσο ψυχαγωγίας, μάθησης αλλά και την κοινωνική αλληλεπίδραση».
Η μεγάλη ευκαιρία και η μεγάλη πρόκληση Τα μουσεία λοιπόν βρίσκονται μπροστά σε ένα υπαρξιακό σταυροδρόμι αφού καλούνται να ενσωματώσουν τις νέες τεχνολογίες και να επαναπροσδιορίσουν την θέση και τον ρόλο τους στην κοινωνία. Για να το κάνουν αυτό χρειάζονται προσεκτικές κινήσεις και προσήλωση στον σκοπό τους. Πάντως δεν φαίνεται να κινδυνεύουν - τουναντίον. Μελέτες δείχνουν πως η εμπειρία που σου δίνει η φυσική παρουσία στο μουσείο και ολόκληρη η αφήγηση που δημιουργείται είναι τελείως διαφορετική από την ψηφιακή. Ο κόσμος όχι μόνο δεν απομακρύνεται από τα μουσεία, αλλά επιστρέφει κιόλας, αφού καταγράφεται και αύξηση της επισκεψιμότητας. Όπως σημειώνει ο κ. Χριστοφιλόπουλος, «σε ένα περιβάλλον ολοένα και πιο ψηφιακό ο κόσμος στρέφεται στο φυσικό και αναζητά την πρωτογενή εμπειρία. Τα μουσεία είναι και θα παραμείνουν ‘καταφύγια’ πρωτογενούς εμπειρίας. Όσο θα ενσωματώνουν νέες τεχνολογίες, τόσο θα καλούνται να αγγίξουν όλο και περισσότερο την ανθρώπινη διάσταση». Η αίσθηση του χώρου, η ατμόσφαιρα, το ανθρώπινο βλέμμα, το υλικό των έργων, όλα αυτά τα συναισθήματα δεν μεταφέρονται στην οθόνη. Η τεχνολογία όμως, αν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να συνεισφέρει επικουρικά στην αποστολή των μουσείων η οποία είναι να είναι να παραμείνουν ένας τόπος μνήμης, τεκμηρίωσης, συνάντησης και διαλόγου.
Δημοσιεύθηκε στην "Μακεδονία της Κυριακής" στις 03.08.2025
Μετά το περιστατικό ενισχύθηκε η φύλαξη και τοποθετήθηκε εργοταξιακή περίφραξη ελαφρού τύπου
Το απόγευμα της παραμονής, πλήθος πιστών, παραθεριστών και στρατιωτικού προσωπικού συγκεντρώθηκε στο εκκλησάκι για τον πανηγυρικό Εσπερινό
Παραμονή της μεγάλης γιορτής μέλη ποντιακών συλλόγων και σωματείων που κατέκλυσαν τον περίβολο της επιβλητικής μονής
Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη επιθεωρεί το έργο 12,5 εκατ. ευρώ που αναδεικνύει την πολιτιστική κληρονομιά της Θράκης, με στόχο παράδοση μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2026