Η Φενέρμπαχτσε πέρασε νικηφόρα από το Βελιγράδι επικρατώντας της Παρτιζάν με 99-87 για τη 12η αγωνιστική της Ευρωλίγκας, όμως ο αγώνας πέρασε σε δεύτερη μοίρα, καθώς ένα πανό προκάλεσε την οργή των Τούρκων.
Το συγκεκριμένο πανό απεικόνιζε τον θάνατο του Οθωμανού σουλτάνου Μουράτ Α' από τον Σέρβο ιππότη Μίλος Ομπίλιτς στη μάχη του Κοσόβου.
Ο Τσεμ Τσιριτσί, μέλος της διοίκησης της Φενέρ, μίλησε για το πανό:
«Αυτό το κορεό υπήρχε ήδη όταν προπονούμασταν στο γήπεδο. Καταθέσαμε τις απαραίτητες καταγγελίες στις αρχές, αλλά επέτρεψαν την προβολή της. Μετά τον αγώνα, μιλήσαμε επίσης με τους υπεύθυνους και ζητήσαμε διευκρινίσεις για το θέμα.
Αύριο θα υποβάλουμε ξανά την καταγγελία μας στις αρμόδιες αρχές. Αλλά η καλύτερη απάντηση ήρθε από τους παίκτες μας στο γήπεδο. Ελπίζουμε να τους καλωσορίσουμε θερμά στον επαναληπτικό αγώνα».
Η μάχη του Κοσόβου
Η Δεύτερη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου, που διεξήχθη στις 17–20 Οκτωβρίου 1448, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες στρατιωτικές συγκρούσεις της ύστερης μεσαιωνικής περιόδου στα Βαλκάνια. Η μάχη έφερε αντιμέτωπους τον σταυροφορικό στρατό της Ουγγαρίας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο στρατηγικό πεδίο του Κοσσυφοπεδίου και θεωρείται το αποκορύφωμα της ουγγρικής προσπάθειας να εκδικηθεί την καταστροφική ήττα στη Μάχη της Βάρνας (1444).
Ο Ούγγρος αντιβασιλέας Ιωάννης Ουνυάδης, αποφασισμένος να αντιμετωπίσει οριστικά την οθωμανική ισχύ, υπολόγιζε ότι θα χρειαζόταν πάνω από 40.000 άνδρες για να νικήσει τον Σουλτάνο. Στόχος του ήταν να ενωθεί με τις αντιοθωμανικές ελληνικές και αλβανικές δυνάμεις, πιθανότατα υπό τον Σκεντέρμπεη, προσδοκώντας να δημιουργήσει ένα ενιαίο μέτωπο κατά των Οθωμανών.
Ωστόσο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε ήδη ενημερωθεί για την προέλαση του σταυροφορικού στρατού από τη βάση της στη Σόφια, προετοιμάζοντας γρήγορα τους άνδρες του σουλτάνου Μουράτ Β'.
Στις 17 Οκτωβρίου 1448, ο Ουνυάδης αιφνιδιάστηκε όταν ο κύριος οθωμανικός στρατός εμφανίστηκε στο Κοσσυφοπέδιο, ενώ πίστευε ότι βρισκόταν ακόμη στην Αδριανούπολη. Για να οργανώσει την άμυνά του, κατασκεύασε ένα τάμπορ, ένα αυτοσχέδιο οχυρό από βαγόνια, στον λόφο Πλεμετίνα. Οι Οθωμανοί ανταπάντησαν χτίζοντας δική τους ξύλινη οχύρωση.
Οι πρώτες δύο ημέρες χαρακτηρίστηκαν από ιππικές αψιμαχίες στις πτέρυγες και μια νυχτερινή επίθεση των Σταυροφόρων (18/19 Οκτωβρίου) εναντίον της κεντρικής γραμμής του Σουλτάνου. Παρά την έντονη αιματοχυσία, η μάχη παρέμενε αμφίρροπη.
Στις 19 Οκτωβρίου, ο Μουράτ Β' εξαπέλυσε τους σπαχήδες της Θεσσαλίας, οι οποίοι περικύκλωσαν την αριστερή πτέρυγα των Σταυροφόρων, αποτελούμενη από Βλάχους, Μολδαβούς και Ούγγρους. Ο ελιγμός αποδείχθηκε καθοριστικός: μεγάλο μέρος του στρατού του Ουνυάδη διαλύθηκε και πολλοί στρατιώτες αιχμαλωτίστηκαν.
Την επόμενη ημέρα, 20 Οκτωβρίου, οι Γενίτσαροι, υπό την προσωπική επίβλεψη του Μουράτ Β', εξαπέλυσαν τελική επίθεση, εισβάλλοντας στο οχύρωμα και εξοντώνοντας τους εναπομείναντες Σταυροφόρους.
Η ήττα του Ουνυάδη είχε τεράστιο ιστορικό αντίκτυπο. Η Ουγγαρία δεν διέθετε πλέον τους αναγκαίους στρατιωτικούς και οικονομικούς πόρους για νέα σταυροφορία. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, απαλλαγμένη από τον κίνδυνο μιας ευρωπαϊκής αντεπίθεσης στα Βαλκάνια, ενίσχυσε την κυριαρχία της στην περιοχή.
Η νίκη αυτή άνοιξε τον δρόμο για τον Μωάμεθ Β', γιο του Μουράτ, να επικεντρωθεί απερίσπαστα στην πολιορκία και τελικά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, γεγονός που άλλαξε ριζικά την πορεία της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ιστορίας.