Μειωμένα κατα 24% τα φετινά αποθέματα νερού στον Αλιάκμονα

Aποφασίστηκε προληπτικά η μείωση της χρήσης του νερού (πλην της ύδρευσης) κατά 20% σε σχέση με την αρδευτική περίοδο του 2024

Πέφτει η στάθμη του νερού στον ποταμό Αλιάκμονα, έπειτα από την τρίτη κατά σειρά χρονιά με μειωμένες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις, με αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η ποσότητα νερού που θα διατεθεί για αρδευτικούς σκοπούς.

Στις 14 Απριλίου 2025 τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες του ποταμού Αλιάκμονα ήταν 870 εκατομμύρια κυβικά μέτρα, σύμφωνα με την ενημέρωση που είχε άπό τη ΔΕΗ ΑΕ η Διεύθυνση Υδάτων Κεντρικής Μακεδονίας. Η ποσότητα αυτή είναι μειωμένη κατά 24% σε σχέση με τον μέσο όρο της προηγούμενης εξαετίας, την αντίστοιχη ημερομηνία, ως αποτέλεσμα των μειωμένων εισροών κατά το τρέχον υδρολογικό έτος. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με πρόσφατη ενημέρωση της Διεύθυνσης Υδάτων, η στάθμη του ταμιευτήρα Πολυφύτου στις 31 Μαΐου 2025 ήταν κατά περίπου 5 μέτρα χαμηλότερη από την περσινή. 

Μείωση 20% στο αρδευτικό νερό

Στη σύσκεψη που έγινε στα μέσα Απριλίου με στελέχη της ΔΕΗ και της Διεύθυνσης Υδάτων προτάθηκε και συμφωνήθηκε προληπτικά μια καταρχήν οριζόντια μείωση της χρήσης του νερού (πλην της ύδρευσης) κατά 20% σε σχέση με την αρδευτική περίοδο του 2024. Με δεδομένο ότι το 80% του νερού διατίθεται για αρδευτικούς σκοπούς ο μεγάλος χαμένος της φετινής χρονιάς θα είναι οι αγρότες της Κεντρικής Μακεδονίας. 

Η ποσότητα του νερού που διατέθηκε κατά την αρδευτική περίοδο του 2024 (Μάιος - Οκτώβριος 2024) από τους ταμιευτήρες του ποταμού Αλιάκμονα κατάντη του φράγματος Πολυφύτου,για την υδροδότηση των αρδευτικών δικτύων Αλιάκμονα - Αξιού αρμοδιότητας Γ.Ο.Ε.Β. πεδιάδων Θεσσαλονίκης - Λαγκαδά, ανήλθε σε 577.415.000 κυβικά μέτρα. Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία της ΔΕΗ Α.Ε., κατά την ίδια περίοδο, παροχετεύθηκαν 60.111.000 κυβικά μέτρα νερού για την κάλυψη των αναγκών δημοτικών αρδευτικών δικτύων (Δ. Βέροιας, Δ. Αλεξάνδρειας και Δ. Πύδνας – Κολινδρού) που εκτείνονται στη δυτική όχθη του ποταμού Αλιάκμονα. Φέτος αυτή η ποσότητα θα είναι μειωμένη κατά το 1/5, εκτός αυξηθούν οι βροχοπτώσεις και άρα οι εισροές νερού στους ταμιευτήρες, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας αρδευτικής περιόδου. Αν ο Ιούνιο αποδειχθεί βροχερός αυτό θα έχει διπλό όφελος, καθώ και τα χωράφια θα ποτιστούν χωρίς να χρησιμοποιηθεί νερό από τον ποταμό, και θα γεμίσουν οι ταμιευτήρες.


Χωρίς πρόβλημα η ύδρευση

Περίπου το 60% της υδροδότησης προέρχεται από τον Αλιάκμονα και το υπόλοιπο 40% από τις πηγές Αραβησσού. Το χειμώνα που δεν είναι περίοδος άρδευσης το βάρος πέφτει στην υδροδότηση από τον Αλιάκμονα και το καλοκαίρι στις πηγές Αραβησσού. Προς το παρόν τα μέτρα εξοικονόμησης περιορίζονται στην άρδευση. Η ΕΥΑΘ έχει διαβεβαιώσει κατ'επανάληψη ότι δεν τίθεται ζήτημα επάρκειας πόσιμου νερού μέχρι το 2031, σε όλα τα σενάρια και με βάση όλες τις κλιματολογικές παραμέτρους, ακόμα και αν διπλασιαστεί η δυναμικότητα του διυλιστηρίου νερού. Για την ύδρευση του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Θεσσαλονίκης από τους ταμιευτήρες του ποταμού Αλιάκμονα, απαιτείται να υπάρχει στο αντλιοστάσιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. συνεχής παροχή 7.200 κ.μ./ώρα, σε εικοσιτετράωρη βάση, για 365 ημέρες τον χρόνο. Ωστόσο, επειδή κατά τη μεταφορά του νερού υπάρχουν απώλειες και προκειμένου να διασφαλιστεί η παραπάνω παροχή η ποσότητα που παροχετεύεται για ύδρευση από το φράγμα της Αγ. Βαρβάρας είναι μεγαλύτερη. 

Σε κακή κατάσταση το 30% των υπόγειων υδάτων

Η παρακολούθηση των υπόγειων υδάτων γίνεται από την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών(Ε.Α.Γ.Μ.Ε.) μέσω του έργου Δίκτυο Παρακολούθησης Υπόγειων Νερών Ελλάδος (ΔΙΠΥΝΕ) στο πλαίσιο των απαιτήσεων εφαρμογής της Οδηγίας 2000/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στην Κεντρική Μακεδονία έχουν ορισθεί 200 σταθμοί παρακολούθησης (γεωτρήσεις - πηγές), όπου πραγματοποιούνται μετρήσεις φυσικοχημικών παραμέτρων, δειγματοληψίες για χημικές αναλύσεις καθώς ποσοτικές μετρήσεις μέσω των οποίων παρακολουθείται η ποσοτική και η ποιοτική κατάσταση των υδροφόρων συστημάτων της.

«Από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των μετρήσεων των τελευταίων χρόνων, που πραγματοποιούνται στα πλαίσια του ΔΙΠΥΝΕ, προκύπτει ότι στην Κεντρική Μακεδονία, σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, ο αντίκτυπος της μείωσης των βροχοπτώσεων δεν είναι ακόμη ιδιαίτερα ορατός. Η πλειονότητα των σταθμών παρακολούθησης δεν παρουσιάζει προβλήματα υποβιβασμού της στάθμης με το 70% των σταθμών παρακολούθησης να βρίσκεται σε καλή ποσοτική κατάσταση και το 30% σε κακή» αναφέρει στη «ΜτΚ» η υδρογεωλόγος του ΕΑΓΜΕ Μαρία Λαζαρίδου. Σύμφωνα με την ίδια τα προβλήματα υποβιβασμού της στάθμης εντοπίζονται κυρίως σε περιοχές όπου επικρατούν πετρώματα περιορισμένης δυνατότητας αναπλήρωσης, οι δε απαιτήσεις σε νερό λόγω έντονης γεωργικής δραστηριότητας είναι πολύ αυξημένες. «Για να καλυφθούν οι ανάγκες κυρίως της γεωργίας γίνεται υπερεκμετάλλευση των υπόγειων νερών με αποτέλεσμα τοπικά να δημιουργούνται συνθήκες υποβιβασμού της στάθμης. Τέτοιες περιοχές είναι τοπικά η δυτική λοφώδης περιοχή του υδροφόρου συστήματος Αξιού, του συστήματος Λουδία, της Δοϊράνης, της Κορώνειας- Βόλβης και το νοτιοανατολικό τμήμα του υδροσυστήματος Σερρών» προσθέτει.

Σύμφωνα με την κ. Λαζαρίδου κακή ποσοτική κατάσταση παρατηρείται και στις παράκτιες περιοχές της Χαλκιδικής και πιο συγκεκριμένα τοπικά στα υδροφόρα συστήματα Κασσάνδρας, Σιθωνίας και Μουδανιών. «Στις περιοχές αυτές οι υδροφορείς είναι μικρής δυναμικότητας και οι αυξημένες απαιτήσεις σε νερό κυρίως κατά την θερινή περίοδο, λόγω της μεγάλης τουριστικής ανάπτυξης, οδηγούν σε υπεράντληση γεωτρήσεων. Η υπεράντληση σε συνδυασμό με τη μειωμένη αναπλήρωση των υπόγειων υδροφορέων συνεπάγεται πτώση της στάθμης του υπόγειου νερού και διείσδυση της θάλασσας(υφαλμύρνιση). Στην προκειμένη περίπτωση η ποσοτική υποβάθμιση επιφέρει και υποβάθμιση της ποιοτικής κατάστασης των υδροσυστημάτων».

Μια σαφής τάση μείωσης των υπόγειων υδατικών αποθεμάτων διαφαίνεται στα καρστικά συστημάτα των ορεινών όγκων του Μενοικίου και του Παγγαίου, γεγονός που οφείλεται άμεσα στη μείωση των χιονοπτώσεων. Ενδεικτικά, όπως σημειώνει η κ. Λαζαρίδου, η παροχή της πηγής Συμβολής, που αποτελεί εκφόρτιση του καρστικού συστήματος Μενοικίου, μειώθηκε από 6500m3/h τον Απρίλιο 2021 σε 4950m3/h τον Απρίλιο 2023 και σε μόλις 3650m3/h τον Απρίλιο 2025. «Η διαχείριση των υπόγειων υδάτων στην Κεντρικής Μακεδονία απαιτεί άμεσες και συντονισμένες ενέργειες για την προστασία αυτού του πολύτιμου πόρου. Η ενίσχυση της παρακολούθησης, ο περιορισμός της υπερεκμετάλλευσης και η εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών διαχείρισης του νερού, είναι επιτακτικές ανάγκες για να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα αυτού του πολύτιμου πόρου» επισημαίνει.


Loader