Μανέ Γκαρίντσα: Ο «Τσάρλι Τσάπλιν» της μπάλας λατρεύτηκε πιο πολύ και από τον Πελέ (βίντεο)

Ο θρυλικός Βραζιλιάνος ήταν ένας δεξιός εξτρέμ με ασύλληπτη τεχνική κατάρτιση που δικαίως έχει κερδίσει τον τίτλο του κορυφαίου ντριμπλέρ στην ιστορία του ποδοσφαίρου

Το ποδόσφαιρο γεννήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά ακόμη και οι ίδιοι οι Βρετανοί καθολικά αναγνωρίζουν πως εξελίχθηκε στο δημοφιλέστερο σπορ του κόσμου χάρη στη Βραζιλία.

Ένας από τους ποδοσφαιριστές που συνέβαλαν καθοριστικά στο να αναχθεί το άθλημα σε πραγματική τέχνη ήταν ο Μανουέλ Φραντσίσκο ντος Σάντος, ο γνωστός σε όλους ως Μανέ Γκαρίντσα.

Ο θρυλικός Μανέ ήταν ένας δεξιός εξτρέμ με ασύλληπτη τεχνική κατάρτιση που δικαίως έχει κερδίσει τον τίτλο του κορυφαίου ντριμπλέρ στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Όταν ξεκίνησε να ασχολείται με το ποδόσφαιρο ουδείς πίστευε ότι θα μπορούσε να γίνει ένας από τους κορυφαίους του πλανήτη.

Το σώμα του άλλωστε δεν βοηθούσε, αφού είχε γεννηθεί με παραμόρφωση στη σπονδυλική στήλη και το αριστερό του πόδι ήταν έξι εκατοστά μικρότερο από το δεξί.

Κι όμως, ο «Τσάρλι Τσάπλιν της μπάλας», όπως τον αποκαλούσε ο συμπαίκτης του, Τζάλμα Σάντος, ακριβώς επειδή είχε στραβά πόδια, έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους μεγαλύτερους αρτίστες που έπαιξαν ποτέ ποδόσφαιρο.

Σύμφωνα με τον σπουδαίο Ουρουγουανό συγγραφέα και δημοσιογράφο Εδουάρδο Γκαλεάνο, «αν μελετήσει κανείς την ιστορία του ποδοσφαίρου θα διαπιστώσει ότι κανείς δεν έκανε περισσότερο κόσμο ευτυχισμένο από ό,τι ο Γκαρίντσα».

Το παρωνύμιο Γκαρίντσα τού αποδόθηκε επειδή, λόγω της σωματοδομής του, θύμιζε ένα είδος μικρών πουλιών που του άρεσε να κυνηγά.

Ο Μανέ φόρεσε τη φανέλα της Μποταφόγκο για δεκατρείς σεζόν, μέχρι το 1966, πριν συνεχίσει την καριέρα του σε Κορίνθιανς, Ατλέτικο Τζούνιορ και Φλαμένγκο.

Στο τέλος της πορείας του αγωνίστηκε και σε ερασιτεχνικές ομάδες της Ευρώπης και μία από αυτές ήταν η Σακροβάνο, που είχε την έδρα της λίγο έξω από τη Ρώμη και προπονητή τον Ντίνο ντα Κόστα, πρώην συμπαίκτη του στην Μποταφόγκο.

Το σπουδαιότερο κεφάλαιο της καριέρας του πάντως ήταν η Εθνική Βραζιλίας, με την οποία έζησε μεγάλες στιγμές. Ο Μανέ κέρδισε δύο Μουντιάλ (1958, 1962) και έλαμψε σε αυτό του 1962, στη Χιλή, ως κορυφαίος παίκτης και πρώτος σκόρερ, οδηγώντας τη σελεσάο στην κατάκτηση του δεύτερου διαδοχικού τίτλου.

Στη διοργάνωση αυτή ο 22χρονος Πελέ είχε τραυματιστεί σοβαρά κατά τη διάρκεια του δεύτερου αγώνα κατά της Τσεχοσλοβακίας κι έτσι ο Γκαρίντσα πήρε πάνω του την ομάδα, κάνοντας τα καλύτερα παιχνίδια της καριέρας του.

Την ίδια χρονιά αναδείχθηκε κορυφαίος ποδοσφαιριστής στον κόσμο από τη FIFA, φτάνοντας έτσι στο απόγειο του ποδοσφαιρικού του βίου.

Σε προσωπικό επίπεδο όμως τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και ο εθισμός του στο αλκοόλ έβαλε πρόωρο τέλος τόσο στην καριέρα, όσο και στη ζωή του. Ο Μανέ πέθανε φτωχός, σε ηλικία μόλις 49 ετών, υποφέροντας από κίρρωση του ήπατος.

Η κηδεία του εξελίχθηκε σε ένα πρωτοφανές λαϊκό προσκύνημα και το σύνθημα «Γκαρίντσα σ’ ευχαριστούμε που έζησες», έμεινε για χρόνια γραμμένο στους τοίχους.

Οι σκηνές που εκτυλίχθηκαν στη διάρκεια της κηδείας ήταν συγκλονιστικές. Πάνω από 100 χιλιάδες Βραζιλιάνοι απέτισαν φόρο τιμής στον αγαπημένο τους Μανέ σχηματίζοντας μία τεράστια πομπή που συνόδευσε τη νεκροφόρα καθώς διέσχιζε το Ρίο ντε Τζανέρο, από το «Μαρακάνα» μέχρι το Πάου Γκράντε.

Η προτομή του βρίσκεται στο στάδιο Μαρακανά και το όνομα του έχει δοθεί στο εθνικό στάδιο «Mane Garrincha» της πρωτεύουσας Μπραζίλια.

Η φράση που χαράχθηκε στον τάφο του αποτυπώνει εύγλωττα το τι ήταν ο Μανέ για τους Βραζιλιάνους: «Εδώ, αναπαύεται εν ειρήνη, αυτός που ήταν η χαρά του λαού, ο Μανέ Γκαρίντσα».

Loader