Η Ντόρα, ο Σαμαράς και ο Καραμανλής. Γράφει ο Μποξέρ*

Eίναι ιδιαίτερα σημαντική η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη στην οποία δεν αποκλείεται να υπάρξει μια συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν

Είναι γνωστό ότι η Ντόρα Μπακογιάννη είχε στο παρελθόν καλή σχέση με τον Κώστα Καραμανλή.

Η βουλευτής Χανίων της ΝΔ είχε διατελέσει υπουργός Eξωτερικών στη δεύτερη κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή όταν γενικώς τα ζόρια ήταν μεγάλα για το τότε κυβερνητικό κόμμα και είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην υπόθεση του βέτο στην είσοδο των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ στη συνάντηση του Βουκουρεστίου.

Επίσης να θυμίσουμε ότι η Ντόρα ήταν παρούσα στην πρώτη
κοινή εμφάνιση του Αντώνη Σαμαρά και του Κώστα Καραμανλή πέρσι στο Πολεμικό Μουσείο όπου μάλιστα είχε καθίσει και στην πρώτη σειρά των επισήμων.

Την προηγούμενη Τρίτη στη δεύτερη από κοινού εμφάνιση στο Πολεμικό Μουσείο των δύο πρώην πρωθυπουργών απουσίαζε. Δείγμα και αυτό της απόστασης που κρατά όχι μόνο πλέον απέναντι στον Αντώνη Σαμαρά, με τον οποίον οι σχέσεις ποτέ δεν ήταν φιλικές ούτε κοντινές σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και στον Κώστα Καραμανλή. Είναι ενδεικτικό το τι απάντησε η Ντρόα Μπακογιάννη στη χθεσινή συνέντευξη στη «ΜτΚ» για τις απόψεις των δύο πρώην προέδρων της ΝΔ. «Ο κύριος Σαμαράς λέει αυτά που λέει εδώ και πολύ καιρό. Τα έλεγε και στο παρελθόν, αλλά όταν κλήθηκε ως πρωθυπουργός να υλοποιήσει αυτή την
πολιτική δεν έκανε τίποτα», σημείωσε με το γνωστό καυστικό, αλλά και to the point ύφος που την διακρίνει.

Και ως εδώ καμία έκπληξη. Η έκπληξη ήρθε στην αναφορά της για τον Κώστα Καραμανλή. «Η τοποθέτηση του Κώστα Καραμανλή είναι αλήθεια ότι με στενοχωρεί διότι ως πρωθυπουργός και εγώ ως υπουργός του ακολουθήσαμε στα ελληνοτουρκικά την πάγια εθνική θέση. Αυτή που ακολουθεί σήμερα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη», ήταν η απάντηση της
Ντόρας Μπακογιάννη, που πήρε αποστάσεις και από τον Μακεδόνα πρώην πρωθυπουργό.

Βέβαια το ζήτημα των ημερών είναι το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στην ευρύτερη περιοχή μετά την συνεχιζόμενη σύγκρουση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, μια σύγκρουση στην οποία μετέχει από τα ξημερώματα του Σαββάτου και οι ΗΠΑ μετά τους
βομβαρδισμούς κατά στόχων εντός του Ιράν. Και στην Αθήνα γίνονται προσπάθειες για να διερευνηθεί όσο είναι δυνατόν το σημερινό νεό τοπίο, καθώς και η παράμετρος που μπορεί να
αποτελέσει η Τουρκία, αλλά φυσικά και οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει η πολεμική ανάφλεξη και η γενικότερη παρατεταμένη
παγκόσμια αβεβαιότητα στην ελληνική οικονομία.

Δεν είναι λίγοι αυτοί στο κυβερνητικό στρατόπεδο που πιστεύουν ότι ο ρόλος της Τουρκίας ως κομβικού περιφερειακού παίκτη ενισχύεται σημαντικά με όλα αυτά, ενώ με την πλήρη αποδυνάμωση της Τεχεράνης που φαίνεται πλέον πολύ ορατή ο Ταγίπ Eρντογάν κάνει ένα ακόμα βήμα στην προσπάθεια να καταστεί ο βασικός εκφραστής του μουσουλμανικού κόσμου.

Την ίδια στιγμή οι τελευταίες εξελίξεις και οι πολεμικές αναμετρήσεις που καταγράφονται καθιστούν σχεδόν αγεφύρωτο το χάσμα μεταξύ της Τουρκίας και του Ισραήλ αλλά και της Σαουδικής Αραβίας. Και το λέμε αυτό γιατί και οι δύο αυτές χώρες έχουν αποκτήσει πια στρατηγική σχέση με την
Αθήνα και για ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις ελληνικές θέσεις και τον ελληνικό ρόλο ευρύτερα στη σημερινή διπλωματία.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι με όλες αυτές τις τελευταίες εξελίξεις το Ισραήλ γίνεται ιδιαίτερα ανταγωνιστικό απέναντι στην Τουρκία, καθώς τα διάφορα αναχώματα που υπήρχαν έως πρόσφατα προε το Ισραήλ, όπως στη Συρία και
τώρα το Ιράν, έχουν πάψει να υφίστανται ή έχουν αποδυναμωθεί σημαντικά.

Ένα σημαντικό κομμάτι που απασχολεί τους κυβερνητικούς στην Ελλάδα αφορά φυσικά στις επιπτώσεις της παγκόσμιας αυτής σύρραξης στη δική μας οικονομία. Αν επέλθει άμεση αποκλιμάκωση, κάτι που μετά και την εμπλοκή των ΗΠΑ στην υπόθεση φαίνεται δύσκολη, οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία θα είναι μικρές. Με αυτή την έννοια εκφράζεται και μια
βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να θιγεί το πακέτο των περίπου 2 δισ. που αναμένεται να εξαγγείλει ο πρωθυπουργός τον Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ. Αν βέβαια τα δεδομένα μεταβληθούν και η σύγκρουση Ιράν και Ισραήλ, με την εμπλοκή των ΗΠΑ, διαρκέσει πολύ χρόνο και υλοποιηθούν οι απειλές του Ιράν για κλείσιμο των στενών του Ορμούζ, οι επιπτώσεις που αναμένονται στη διεθνή και στην ελληνική οικονομία θα είναι σίγουρα μεγαλύτερες. Με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει.

Με αυτά και με αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντική τις επόμενες ημέρες η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ που θα γίνει στη Χάγη. Σε αυτήν δεν αποκλείεται να υπάρξει μια συνάντηση του Κυριάκου
Μητσοτάκη με τον Tαγίπ Ερντογάν που θα αφορά εν μέρει στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, την αιφνίδια αμφισβήτηση από τη Λιβύη της χοροθέτησης των δύο οικοπέδων για έρευνες νοτίως της Κρήτης, αλλά η απόφαση που υπάρχει στη φαρέτρα των ελληνικών θέσεων να ενταχθεί και η αξίωση της άρσης του τουρκικού casus belli προκειμένου η Αθήνα να ανάψει το πράσινο φως για τη συμμετοχή της Άγκυρας στο πρόγραμμα Save. Δηλαδή το θέμα του casus belli να εγείρεται στο πεδίο των αμυντικών συνεργειών της EE με την Άγκυρα και όχι σε κάθε πτυχή των ευρωτουρκικών σχέσεων.

Πάντως για να είμαστε και προσγειωμένοι οι προσδοκίες για αλλαγή πλεύσης της Τουρκίας στο ζήτημα του casus belli είναι εξαιρετικά περιορισμένες καθώς εκτιμάται πως ο Ερντογάν πολύ δύσκολα θα προχωρήσει στην άρση του, αφού η συγκεκριμένη κίνηση θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση αλλά και σε επίπεδο κοινής γνώμης.

*Ένας Αθηναίος που ζει στη Θεσσαλονίκη

Loader