Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς είναι το σημείο αναφοράς της δημοκρατίας. Του Παύλου Αβραμόπουλου

Δεν αρκεί να υπάρχουν νόμοι και διαδικασίες. Χρειάζεται κάτι πιο βασικό

Η συζήτηση για τους θεσμούς συχνά μοιάζει θεωρητική ή «για ειδικούς». Στην πράξη, μας αφορά όλους. Αφορά την καθημερινότητα, την αίσθηση ότι το Κράτος λειτουργεί, ότι οι κανόνες ισχύουν, ότι οι αποφάσεις παίρνονται με τρόπο δίκαιο και καθαρό. Αυτή η αίσθηση είναι που κρατάει μία δημοκρατία όρθια. Και σήμερα, αυτή η αίσθηση δείχνει κατά καιρούς να δοκιμάζεται.

Η δημοκρατία δεν λειτουργεί αυτόματα. Δεν αρκεί να υπάρχουν νόμοι και διαδικασίες. Χρειάζεται κάτι πιο βασικό: Να πιστεύουμε ότι οι θεσμοί υπηρετούν τον ρόλο τους με τρόπο αξιόπιστο. Γιατί χωρίς εμπιστοσύνη, τίποτα δεν λειτουργεί όπως πρέπει ούτε η πολιτική αντιπαράθεση, ούτε η διοίκηση, ούτε η ίδια η δημόσια συζήτηση.

Η εμπιστοσύνη, άλλωστε, δεν είναι θέμα συναισθήματος. Είναι ζήτημα λειτουργίας. Είναι ο τρόπος με τον οποίο άνθρωποι με διαφορετικές αντιλήψεις μπορούν να συμβιώνουν στο ίδιο πολιτικό πλαίσιο. Αν αυτό το πλαίσιο αμφισβητείται, η συζήτηση γίνεται θολή. Αν απαξιώνεται, η πολιτική μετατρέπεται σε σύγκρουση χωρίς σταθερούς κανόνες.

Ο Timothy Snyder το έχει συνοψίσει με ακρίβεια: «Όταν εγκαταλείπουμε την αλήθεια, παραχωρούμε την εξουσία σε όσους έχουν τον πλούτο και το χάρισμα να δημιουργούν θέαμα στη θέση της… Αν χαθούν οι θεσμοί που παράγουν τα γεγονότα που μας αφορούν, βυθιζόμαστε σε αφαιρέσεις και φαντασιώσεις».

Αυτό δεν περιγράφει μία μακρινή κατάσταση. Περιγράφει μία πραγματικότητα στην οποία η δημόσια συζήτηση μεταφέρεται σε κλειστά συστήματα πληροφορίας, όπου η ταχύτητα υπερισχύει της τεκμηρίωσης και η κοινή πραγματικότητα κατακερματίζεται από αλγόριθμους, timelines και αποσπασματικές ροές περιεχομένου.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η εμπιστοσύνη στους θεσμούς γίνεται ακόμα πιο κρίσιμη. Όχι ως διακήρυξη αλλά ως πρακτική ανάγκη: Οι θεσμοί παράγουν κανόνες, διασφαλίζουν δικαιώματα, προστατεύουν μειονότητες, οργανώνουν τη λογοδοσία. Αν δεν τους εμπιστευόμαστε, τίποτα από αυτά δεν είναι πειστικό και άρα δεν είναι λειτουργικό.

Εδώ αρχίζει η ευθύνη του πολιτικού συστήματος. Η προστασία των θεσμών δεν είναι προνόμιο της πλειοψηφίας. Είναι υποχρέωση όλων. Η επιλεκτική αμφισβήτηση μίας απόφασης ή ενός ελεγκτικού μηχανισμού μπορεί να αποδώσει πρόσκαιρα πολιτικά αποτελέσματα, αλλά μακροπρόθεσμα υπονομεύει τη σταθερότητα της δημοκρατίας. Η απαξίωση της Δικαιοσύνης, των Ανεξάρτητων Αρχών ή των κοινοβουλευτικών διαδικασιών επιστρέφει τελικά σε όσους την ασκούν.

Και οι ίδιοι οι θεσμοί έχουν ευθύνη. Να λειτουργούν με συνέπεια, καθαρούς κανόνες και διαφάνεια. Η αξιοπιστία δεν χτίζεται με ανακοινώσεις, χτίζεται με πράξεις.

Όταν η εμπιστοσύνη φθείρεται, αυτό δεν συμβαίνει από τη μία μέρα στην άλλη. Συμβαίνει σιωπηλά: Οι πολίτες απομακρύνονται, η καχυποψία ενισχύεται, η πόλωση γίνεται καθημερινότητα. Και τότε βρίσκουν χώρο οι ακραίες φωνές που υπόσχονται απλές λύσεις σε σύνθετα προβλήματα.

Αν όμως η εμπιστοσύνη ενισχυθεί, η δημοκρατία αποκτά αντοχή. Μπορεί να διορθώσει λάθη, να αντιμετωπίσει κρίσεις, να απορροφήσει κραδασμούς. Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς δεν είναι δεδομένη. Είναι επιλογή. Και από αυτήν την επιλογή εξαρτάται η ποιότητα της πολιτικής μας ζωής αλλά και αυτή της δημοκρατίας μας.