Φαιδρά Πορτοκαλέα#160: Ο Άη Βασίλης του καλοκαιριού, τα βοσκοτόπια φάντασμα, 160 και… τέλος...

Σαν άλλος Άη Βασίλης του καλοκαιριού, ο υπουργός Πιερρακάκης έβγαλε από την καμινάδα του υπουργείου μία τροπολογία-δώρο: τα funds θα μπορούν πια να μεταβιβάζουν ακίνητα χωρίς... νόμιμη ταυτότητα! Εκεί που οι ιδιώτες πασχίζουν με μηχανικούς, τοπογραφικά και εκθέσεις ενεργειακής κατάθλιψης, τα επενδυτικά σχήματα θα κάνουν μεταβιβάσεις fast track, με συνοδευτικά μόνο... καλοσύνης.
Πώς; Απαγορεύεται μεταξύ ιδιωτών; Ναι, αλλά τα funds δεν είναι άνθρωποι, είναι θεσμοί, είναι «ιεροί» και όπως όλοι οι ιεροί θεσμοί, πρέπει να διευκολύνονται να πλουτίζουν, χωρίς περιττές λεπτομέρειες, όπως η νομιμότητα. Άλλωστε, ποιος δεν θα ήθελε να αγοράσει ένα πλειστηριασμένο ακίνητο σε τιμή ευκαιρίας;
Ο Πιερρακάκης δείχνει ξεκάθαρα πού πάμε: εσύ για να μεταβιβάσεις ένα κοτέτσι πρέπει να ’χεις τοπογραφικό, ενεργειακό και εξομολόγηση, ενώ το fund μεταβιβάζει ουρανοξύστη με ένα «τακ» στο laptop και ένα νεύμα στον συμβολαιογράφο...
Εμπρός καλές μου καρακάξες τραγουδήστε... για τελευταία φορά… «κρααα, κρααα, κρααα...».
Νόμοι για τους πολλούς, παραθυράκια για τους λίγους
Σόλων
Ο ΟΠΕΚΕΠΕ, αρμόδιος για τις αγροτικές επιδοτήσεις, μετατράπηκε σε φαντασιακό εργαλείο χαρτογράφησης... ανύπαρκτων βοσκοτόπων. Λιβάδια δήλωσαν δάση, πάρκα, ακόμα και ταράτσες, ενώ οι επιδοτήσεις έρεαν άφθονες κυρίως προς όσους είχαν την έμπνευση να καλλιεργούν... PowerPoint. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αρχικά σαστισμένη, μας «τράβηξε το αυτί» με πρόστιμο 283 εκατομμυρίων ευρώ για επιδοτήσεις σε γεωργικά Pokemon. Η κυβέρνηση διέλυσε τον οργανισμό και ανέθεσε τις αρμοδιότητές του στην ΑΑΔΕ, γιατί, αν είναι να πληρώνουμε αόρατους αγρότες, ας πληρώνουμε και με ειδοποίηση στο TAXIS. Οι κανονικοί αγρότες τρίβουν τα μάτια τους και αναρωτιούνται αν έπρεπε αντί για τρακτέρ να επενδύσουν σε φανταστικά στρέμματα στη Μύκονο. Όσο για το μέλλον, ακούγεται ήδη πρόταση να ενταχθούν στον χάρτη επιδότησης και οι πίστες του Mario Kart, τουλάχιστον εκεί φυτρώνει μανιτάρι.
Τίποτα δεν μένει κρυφό κάτω από τον ήλιο
Ηράκλειτος
Η αυλαία πέφτει με φώτα νέον και τσιμπήματα στην καρδιά.
Δεν είναι εύκολο να τελειώνεις κάτι που ποτέ δεν ήταν απλώς μία στήλη. Η «Φαιδρά Πορτοκαλέα» ήταν σχέση, σχέση τοξική για την υποκρισία, ερωτική με την αλήθεια, εμμονική με την πόλη και ενίοτε ασεβής προς την καρέκλα, όποιας εξουσίας και αν ήταν.
Και τώρα, όπως όλες οι μεγάλες ερωτικές ιστορίες, έτσι και αυτή τελειώνει μ’... ένα φαρμακερό φιλί, ένα χαμόγελο που λέει «αντέξαμε» και μία τελευταία τσιρίδα καρακάξας που ακούγεται μέχρι την Περιφέρεια.
Τι ήταν η «Φαιδρά»; Ήταν αυτό που εσύ φοβόσουν να πεις, και εμείς το γράφαμε. Ήταν ο υπαινιγμός που δεν περνούσε απ’ το γραφείο Τύπου, αλλά περνούσε απευθείας στην ψυχή σου, ήταν η απάντηση του χιούμορ στην παράνοια της επικαιρότητας , ήταν η τσίχλα που κολλούσε στο παπούτσι του τοπικού βαρόνου. Ήταν μία κραυγή μεταμφιεσμένη σε ανέκδοτο. Και τώρα, αφού ξεστομίσαμε 160 φορές «ό,τι δεν μπορούσε να πει ο κόσμος φωναχτά», σιωπούμε ή σχεδόν σιωπούμε. Διότι πίσω από την απόσυρση αυτής της στήλης, υπάρχει ένα μεγάλο «ευχαριστώ», ένα μεγάλο, θερμό, ανθρώπινο ευχαριστώ στην εφημερίδα «Μακεδονία», όχι απλώς γιατί μας φιλοξένησε, αλλά γιατί μας πίστεψε όταν η σάτιρα θεωρούνταν πολυτέλεια, μας έδωσε φωνή όταν άλλοι έκλειναν μικρόφωνα. Μας στήριξε ακόμα και όταν κάποιοι ταράζονταν, δυσανασχετούσαν ή έπαιρναν τηλέφωνο με το «γιατί το γράψατε αυτό». Μας έδωσε χώρο όχι μόνο στο χαρτί, αλλά και στην ελευθερία μας και αυτό δεν είναι φιλοξενία, είναι γενναιοδωρία. Σε μία εποχή που τα μέσα ενημέρωσης βάλλονται, φιμώνονται ή ξεπουλιούνται, η «Μακεδονία» κράτησε ανοιχτή την πόρτα μας και την ψυχή της.
Και δεν θα ήμασταν τίποτα χωρίς εσάς, τους αναγνώστες, εσάς που δεν μας διαβάζατε απλώς, μας παρακολουθούσατε, μας διαβάζατε πίσω από τις λέξεις, γελούσατε πικρά, αγανακτούσατε, μάς εμπιστευόσασταν σαν να ήμασταν παρέα στον ίδιο καναπέ. Που σκεφτόσασταν «Τι τους είπες πάλι!» ή ακόμα και «Επιτέλους κάποιος το έγραψε!». Χάρη σε εσάς υπήρχε λόγος να ξεκινήσει η καρδερίνα το τραγούδι, για εσάς έπαιζε η καρακάξα τον ρόλο της μοντέρνας Λαίδης Μακμπέθ χωρίς εσάς, δεν θα είχε καμία αξία το «σαρκάζω» γιατί δεν θα υπήρχε το «συμμετέχω».
Και μη νομίζετε ότι γράφαμε άφοβα. Πόσες φορές δεν παρακαλέσαμε την Πυθία να μαντέψει αν ο τάδε θα μάς κάνει μήνυση. Πόσες φορές δεν μπλέξαμε με τη συνείδησή μας γιατί η σάτιρα μάς οδηγούσε να πούμε την αλήθεια με τον τρόπο που πονάει πιο πολύ, με χαμόγελο.
Οι καρδερίνες τώρα κουρνιάζουν, οι κουκουβάγιες κατεβάζουν την κάμερα, οι καρακάξες σιγούν. Οι Δρυίδες επιστρέφουν στα δάση τους, οι πυθίες γυρνούν στα μαντεία, οι ρεπόρτερ της αυλής γίνονται πάλι κομπάρσοι στο τοπικό δελτίο. Αλλά όλοι τους, όλοι εμείς αφήνουμε πίσω κάτι παραπάνω από 160 εβδομαδιαίες στήλες, αφήνουμε ντοκουμέντα ψυχής, γραμμένα με σαρκασμό, αλλά εμποτισμένα με αγωνία για το τι γίνεται σε αυτή την πόλη, σε αυτή την πολιτεία, σε αυτή την πατρίδα. Δεν μας ένοιαζε ποτέ να γίνουμε αρεστοί, μας ένοιαζε να είμαστε αληθινοί και το πληρώσαμε, ναι, με μούτρα, με τηλέφωνα «άντε λίγο πιο χαλαρά, παιδιά», αλλά το χαλαρά ποτέ δεν πήγαινε στη «Φαιδρά», όπως το «ήσυχα» δεν πάει στην παρδαλή αγριόγατα.
Και αν αύριο σας ρωτήσει κάποιος «τι ήταν τελικά αυτή η στήλη;», η απάντηση είναι απλή: «Ήταν το φρύδι που σηκωνόταν όταν όλοι γύρω έσκυβαν. Ήταν το χιούμορ που έλεγε όσα δεν μπορούσε η σοβαρότητα να αντέξει. Ήταν η φωνή μέσα στην αγορά που φώναζε: ‘Ο βασιλιάς είναι γυμνός και φοράει και ζαρτιέρες!’».
Φεύγουμε, αλλά δεν εξαφανιζόμαστε, μπορεί να μάς πετύχετε αλλού, να μάς δείτε σε άλλη μορφή, σε άλλο μέσο. Αλλά η φωνή θα έχει πάντα εκείνη τη χροιά της καρακάξας και το βλέμμα μας, τη σοφία της κουκουβάγιας.
Φεύγουμε όπως ήρθαμε με ειρωνεία και τσαχπινιά, όχι με δράματα. Η στήλη δεν πεθαίνει, απλώς πάει για αναγέννηση. Σαν το ελληνικό δημόσιο καταργείται, επανιδρύεται, ξαναβαφτίζεται και επιστρέφει πιο γραφικό από ποτέ.
Αν μας ξαναδείτε, γελάστε μαζί μας, αν δε μας ξαναδείτε, να ξέρετε πως στο βάθος κάποια καρδερίνα, κάπου κελαηδάει, σατιρικά και σας ευχαριστεί.
Σας αγαπήσαμε και σας πειράξαμε γι’ αυτό.
Σας ξεγυμνώσαμε, για να σας υπερασπιστούμε.
Σας αποχαιρετούμε, για να ξαναβρεθούμε.
Με δάκρυ και με γέλιο, με φρύδι σηκωμένο και γλώσσα κοφτερή,
με αγάπη που μόνο η σάτιρα ξέρει να κρύβει καλά
Η ομάδα της Φαιδράς Πορτοκαλέας
Όταν ο κόσμος σιωπά, η σάτιρα μιλάει. Κι όταν πάψει η σάτιρα, να φοβάσαι, κάτι πήγε πολύ στραβά
ΦΑΙΔΡΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΕΑ
Τὸ γελοῖον ἐκ τῆς ἀληθείας φύεται
Αριστοτέλης
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 01.06.2025