Η φημολογούμενη πρόθεση της UEFA να ανοίξει τις πύλες του Champions League σε ομάδες της Σαουδικής Αραβίας δεν είναι απλώς μια «καινοτομία», αλλά το επόμενο, αναπόφευκτο βήμα στην αργή αλλά σταθερή μετάλλαξη του ποδοσφαίρου σε ένα παγκόσμιο χρηματιστήριο θεάματος. Η απόσταση ανάμεσα στο «παιχνίδι των λαών» και στο «προϊόν των αγορών» ολοένα και μικραίνει. Η απόφαση της Euroleague να εντάξει την ομάδα του Ντουμπάι έδειξε ξεκάθαρα τον δρόμο.
Αν και ακόμη τίποτα δεν είναι επίσημο -άλλωστε οι συνθήκες δεν είναι ώριμες- η κατεύθυνση είναι σαφής. Η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού δεν γνωρίζει πλέον σύνορα, αξίες ή παράδοση. Το μόνο μέτρο είναι η οικονομική απόδοση. Είτε μιλάμε για πετροδόλαρα, είτε για τηλεοπτικά συμβόλαια, είτε για αγορές που διψούν για προβολή, το ποδόσφαιρο μετατρέπεται σε μέσο προβολής ισχύος και όχι σε φορέα πολιτισμού.
Η UEFA, που κάποτε είχε επικαλεστεί τη «διαφύλαξη της ευρωπαϊκής ποδοσφαιρικής ταυτότητας», φαίνεται έτοιμη να την ανταλλάξει με μια χούφτα νέες αγορές και διαφημιστικά έσοδα. Η είσοδος ομάδων από χώρες εκτός Ευρώπης δεν είναι απλώς μια τεχνική προσαρμογή, αλλά μια ιδεολογική υποχώρηση. Είναι η κυνική παραδοχή ότι το ποδόσφαιρο δεν χρειάζεται πια κοινότητες, παρά μόνο κεφάλαια.
Η Σαουδική Αραβία, με το άφθονο χρήματα της, ήδη αγοράζει αστέρες και διοργανώσεις. Αν το Champions League ανοίξει τις πόρτες του, το μόνο που θα απομείνει είναι το όνομα. Η «Ευρώπη» θα έχει γίνει μια παγκόσμια βιτρίνα χωρίς ταυτότητα, όπου το πάθος της εξέδρας θα έχει αντικατασταθεί από το πάθος του brand management.
Δεν πρόκειται για ελιτισμό ή νοσταλγία του παρελθόντος. Πρόκειται για το δικαίωμα των φιλάθλων να βλέπουν το ποδόσφαιρο όχι ως εργαλείο δημοσίων σχέσεων ή ως χρηματιστηριακό προϊόν, αλλά ως κοινή εμπειρία. Το ποδόσφαιρο δεν χρειάζεται «επενδύσεις» για να ζήσει. Χρειάζεται ψυχή, αυθεντικότητα και πίστη στην αξία του παιχνιδιού.
Όταν χαθεί κι αυτό, τότε ίσως να μην έχει πια σημασία ποιος κέρδισε ή ποιος έχασε. Γιατί το ποδόσφαιρο, ως ιδέα, θα έχει ήδη ηττηθεί.