- Newsroom
Η παγκόσμια παραγωγή οίνου αυξήθηκε ελαφρώς το 2025, αλλά η προσφορά παρέμεινε για τρίτη διαδοχική χρονιά κάτω από το μέσο όρο, καθώς οι αμπελώνες αντιμετώπισαν ακραίες και ευμετάβλητες καιρικές συνθήκες, ανακοίνωσε ο Διεθνής Οργανισμός Αμπέλου και Οίνου (OIV).
Στις πρώτες εκτιμήσεις του, ο OIV υπολόγισε την παγκόσμια φετινή οινοπαραγωγή στα 232 εκατομμύρια εκατόλιτρα (mhl), αυξημένη κατά 3% από το 2024, αλλά και πάλι 7% κάτω από τον πενταετή μέσο όρο. Ένα εκατόλιτρο ισοδυναμεί με 133 συνήθεις φιάλες οίνου.
«Αν δει κάποιος τις αιτίες για τη χαμηλότερη παραγωγή των τριών τελευταίων ετών, το μείζον είναι πραγματικά οι κλιματικές διακυμάνσεις που είδαμε και στα δύο ημισφαίρια», δήλωσε ο γενικός διευθυντής του OIV Τζον Μπάρκερ.
«Μερικές περιφέρειες είχαν ζέστη και ξηρασία και μετά είχαν καταρρακτώδεις βροχές ή απροσδόκητη παγωνιά. Και το γεγονός ότι είναι πραγματικά ο τρίτος στη σειρά χρόνος που βλέπουμε αυτού του είδους τον αντίκτυπο, είναι πολύ εντυπωσιακό».
Στην Ευρώπη, η Γαλλία κατέγραψε τη μικρότερη συγκομιδή από το 1957 και η παραγωγή της Ισπανίας έπεσε σε χαμηλό 30 ετών, ενώ η Ιταλία ανέκτησε τη θέση της ως κορυφαίου παραγωγού στον κόσμο με αύξηση της παραγωγής κατά 8%, χάρη σε ευνοϊκές καιρικές συνθήκες.
Οι ΗΠΑ, τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός κρασιού στον κόσμο, αναμένεται να παραγάγει 21,7 mhl οίνου, καταγράφοντας αύξηση κατά 3% από το 2024, αν και σημαντικά κάτω από τα ιστορικά ρεκόρ και 9% κάτω από το μέσο όρο πέντε ετών.
Η παραγωγή στο Νότιο Ημισφαίριο αυξήθηκε κατά 7% αφού μειωνόταν επί τρία διαδοχικά χρόνια, με επικεφαλής τη Νότια Αφρική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τη Βραζιλία, οι οποίες αντιστάθμισαν τη μείωση στη Χιλή, όμως η παραγωγή παρέμεινε 5% κάτω από το μέσο όρο, ανακοίνωσε ο OIV.
Η περιορισμένη αύξηση στην παγκόσμια οινοπαραγωγή αναμένεται ότι θα βοηθήσει να σταθεροποιηθούν τα αποθέματα, εν μέσω υποχώρησης της ζήτησης σε ώριμες αγορές, μείωσης της κατανάλωσης στην Κίνα και συνέχισης της αβεβαιότητας στο παγκόσμιο εμπόριο, δήλωσε ο Μπάρκερ.
«Η χαμηλή παραγωγή μπορεί να προκαλέσει μεγάλες δυσχέρειες σε μεμονωμένους παραγωγούς και περιφέρειες ... αλλά από μακροοικονομική άποψη, είναι θετική, επειδή εξασφαλίζει ότι η παραγωγή και η κατανάλωση λίγο-πολύ ευθυγραμμίζονται», δήλωσε ο Μπάρκερ.
Ο OIV πρόκειται να επικαιροποιήσει τις εκτιμήσεις του αργότερα φέτος.